ΑΝΥΣΙΟΣ, ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης (383/4-406/7)
30 Δεκεμβρίου
῾Ο ἅγιος ᾿Ανύσιος ὑπῆρξε μαθητής, συνεργάτης καὶ διάδοχος τοῦ ἐπισκόπου Θεσσαλονίκης ἁγίου ᾿Α(σ)χολίου (βλ. λῆμμα) στὸν ἀρχιεπισκοπικὸ θρόνο τῆς Θεσσαλονίκης τὸ 383/4.
Μὲ ἐπιστολή του πρὸς τὸν ᾿Ανύσιο, στὶς 11 Δεκεμβρίου 384, ὁ πάπας Δάμασος τὸν ἐγκαθιστοῦσε βικάριό του στὸ ᾿Ιλλυρικό. ῾Ο τίτλος τοῦ παπικοῦ βικαρίου τοῦ ἀποδίδεται καὶ ἀπὸ τὸν πάπα Σιρίκιο (384-398), σὲ ἐπιστολή του -τὴν παλαιότερη τῆς “Συλλογῆς Θεσσαλονίκης”-, στὴν ὁποία ὑποστηρίζει ὅτι δὲν πρέπει νὰ τελοῦνται ἐπισκοπικὲς χειροτονίες στὴν ἐπαρχία τοῦ ᾿Ιλλυρικοῦ χωρὶς τὴ συγκατάθεση τοῦ ᾿Ανυσίου. Τὸ θεσμὸ τοῦ Βικαριάτου ἐπικυρώνουν μὲ ἐπιστολές τους πρὸς τὸν ᾿Ανύσιο καὶ οἱ πάπες ᾿Αναστάσιος (398-401) καὶ ᾿Ιννοκέντιος Α¢ (402-417). ῾Ο δεύτερος, μὲ ἐπιστολή του τὸ ἔτος 402 παρέχει στὸν ἐπίσκοπο Θεσσαλονίκης ᾿Ανύσιο τὸ δικαίωμα νὰ ἐλέγχει ὅλες τὶς ἐκκλησιαστικὲς ὑποθέσεις τοῦ ᾿Ιλλυρικοῦ καὶ ὄχι μόνο τὶς ἐπισκοπικὲς χειροτονίες. ῾Η σύνοδος τῆς Καπούης ἀνέθεσε τὸ Δεκέμβριο τοῦ 391 σὲ σύνοδο ἐπισκόπων τοῦ ᾿Ιλλυρικοῦ ὑπὸ τὴν προεδρία τοῦ ᾿Ανυσίου καὶ τὴν ἐξέταση τῆς αἱρέσεως τοῦ ἐπισκόπου Σαρδικῆς Βονόσου, ὁ ὁποῖος ἀρνοῦνταν τὸ ἀειπάρθενο τῆς Θεοτόκου. ῾Ο ᾿Ανύσιος διατηροῦσε ἐπίσης ἀλληλογραφία καὶ μὲ τὸν ἅγιο ᾿Αμβρόσιο, ἐπίσκοπο Μεδιολάνων, ἀπ᾿ ὅπου ἀντλοῦμε καὶ ἀρκετὲς πληροφορίες γιὰ τὸν διδάσκαλο τοῦ ᾿Ανυσίου, ἐπίσκοπο ᾿Αχόλιο.
῾Ο ᾿Ανύσιος ὑπερασπίσθηκε σθεναρὰ τὴν ἀθωότητα τοῦ ἁγίου ᾿Ιωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ὅπως μαρτυρεῖται καὶ σὲ ἀρκετοὺς Βίους του (Παλλάδιος, Γεώργιος ᾿Αλεξανδρείας, Βίος σύντομος). Μετὰ τὴν καθαίρεση τοῦ Χρυσοστόμου, ὁ ᾿Ανύσιος ἀπέστειλε ἐπιστολὴ στὸν πάπα ᾿Ιννοκέντιο Α¢, τὴν ὁποία προσκόμισε στὴ Ρώμη ὁ ἐπίσκοπος ᾿Απαμείας Εὐλύσιος: “Εὐλύσιος δὲ ᾿Απαμείας τῆς Βιθυνίας ἐπίσκοπος παραγέγονε καὶ αὐτὸς ἐν ῾Ρώμῃ ἐπιδιδοὺς γράμματα δεκαπέντε ἐπισκόπων τῆς συνόδου ᾿Ιωάννου καὶ τοῦ καλογήρου ᾿Ανυσίου τοῦ τῆς Θεσσαλονίκης ἐπισκόπου γραφέντα πρὸς τὸν αὐτὸν πάπαν” (Γεωργίου ᾿Αλεξανδρείας, Βίος Χρυσοστόμου 65). Στὸ ἴδιο ζήτημα ἀναφερόταν ἐπιστολὴ τοῦ πάπα ᾿Ιννοκεντίου, τὴν ὁποία ὡστόσο δὲν κατέστη δυνατὸ νὰ λάβει ὁ ᾿Ανύσιος, διότι οἱ κομιστές της ἐπίσκοποι ἐμποδίσθηκαν σκόπιμα ἀπὸ κάποιο χιλίαρχο νὰ καταπλεύσουν στὴ Θεσσαλονίκη γιὰ νὰ τὴν παραδώσουν στὸν ᾿Ανύσιο (“ὃς ἐξαυτῆς συζεύξας αὐτοῖς ἑκατοντάρχην ἕνα οὐ συνεχώρησεν αὐτοὺς παραβαλεῖν τῇ Θεσσαλονίκῃ· ἐκεῖ γὰρ ἦν αὐτῶν ὁ σκοπός, πρῶτον ἀποδοῦναι τὰ γράμματα ᾿Ανυσίῳ τῷ ἐπισκόπῳ”).
᾿Εξαιρετικὰ σημαντικὲς εἶναι δύο ἐπιστολὲς τοῦ ἁγίου ᾿Ιωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ἡ πρώτη ἀπευθυνόμενη προσωπικὰ στὸν ἐπίσκοπο ᾿Ανύσιο, ἐνῶ ἡ δεύτερη στὸν ᾿Ανύσιο καὶ σὲ δέκα ἀκόμη ἐπισκόπους τῆς Μακεδονίας. Στὴν πρώτη ἐπιστολή, ποὺ χρονολογεῖται περὶ τὸ 406 καὶ γράφηκε στὴν ἐξορία, ὁ ἱερὸς πατὴρ εὐχαριστεῖ τὸν ᾿Ανύσιο γιὰ τὸ σημαντικὸ ρόλο ποὺ διεδραμάτισε ὑπὲρ τῆς δικαιώσεώς του (“χάριτας πολλὰς ὁμολογοῦντές σου τῇ εὐλαβείᾳ ὑπὲρ τῆς ἐνστάσεως, καὶ τῆς ἀνδρείας τῆς ὑπὲρ τῶν ᾿Εκκλησιῶν”) καὶ τὸν προτρέπει νὰ συνεχίσει ἄοκνα τὶς προσπάθειές του γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων: “μὴ ἀποκάμῃς τὰ συντελοῦντα τῇ κοινῇ διορθώσει τῶν ᾿Εκκλησιῶν ποιῶν καὶ πραγματευόμενος”. Στὴ δεύτερη ἐπιστολή, ποὺ γράφηκε τὸ ἴδιο ἔτος, ὁ Χρυσόστομος εὐχαριστεῖ ἀπὸ τὴν ἐξορία τὸν ᾿Ανύσιο καὶ ὅλους τοὺς ὀρθοδόξους ἐπισκόπους τῆς Μακεδονίας γιὰ τὶς ἀδιάκοπες ἐνέργειές τους γιὰ τὴ δικαίωσή του καὶ τὴν ἀμέριστη συμπαράστασή τους.
῾Η ἀρχιερατεία τοῦ ᾿Ανυσίου ἔληξε μὲ τὸ θάνατό του περὶ τὰ τέλη τοῦ ἔτους 406 ἢ τὶς ἀρχὲς τοῦ 407. Στὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο τῆς Θεσσαλονίκης τὸν διαδέχθηκε μία ἄλλη σημαίνουσα προσωπικότητα, ὁ Ροῦφος (βλ. λῆμμα).
῾Η μνήμη τοῦ ἐπισκόπου Θεσσαλονίκης ᾿Ανυσίου ἀναγράφεται στὸ Ρωμαϊκὸ Μαρτυρολόγιο στὶς 30 Δεκεμβρίου, ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία τιμᾆται καὶ ἡ μνήμη τῆς μάρτυρος ᾿Ανυσίας.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: ᾿Αγγελόπουλος, ᾿Α., ῾Η ᾿Εκκλησία Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1984, σσ. 92, 95, 97, 149. ᾿Ανώνυμος, “῞Αγιοι τῆς Θεσσαλονίκης”, Πρακτικὰ Θεολογικοῦ Συνεδρίου εἰς τιμὴν καὶ μνήμην τῶν Νεομαρτύρων (17-19 Νοεμβρίου 1986). Προνοίᾳ καὶ προεδρίᾳ τοῦ παναγιωτάτου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης κ.κ. Παντελεήμονος τοῦ Β¢, Θεσσαλονίκη 1988, σ. 598. ᾿Ανώνυμος, “᾿Ανύσιος”, ΘΗΕ 2 (1963) 1005-1006. ᾿Ατέσης, Β., ᾿Επισκοπικοὶ Κατάλογοι τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος ἀπ᾿ ἀρχῆς μέχρι σήμερον, ᾿Αθῆναι 1975, σ. 79 σημ. 1. Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, “᾿Ακολουθία πάντων τῶν ἐν Θεσσαλονίκῃ διαλαμψάντων ἁγίων”, ΓΠ τχ. 732, ἔτ. 73 (Μάρτ.-᾿Απρ. 1990) 355. Θεοχαρίδης, Γ., ῾Ιστορία τῆς Μακεδονίας κατὰ τοὺς Μέσους Χρόνους (285-1354), [Μακεδονικὴ Βιβλιοθήκη 55], Θεσσαλονίκη 1980, σσ. 106, 107, 108, 109. ᾿Ιωάννου Χρυσοστόμου, ᾿Επιστολὲς 162 καὶ 163, PG 52, 706-707. Χρυσοστόμου, Γ., “Οἱ ἅγιοι τῆς Θεσσαλονίκης”, στὸ Χαριστήριον τῷ Παναγιωτάτῳ Μητροπολίτῃ Θεσσαλονίκης κ.κ. Παντελεήμονι τῷ δευτέρῳ ἐπὶ τῇ συμπληρώσει εἰκοσαετοῦς ἐν Θεσσαλονίκῃ ποιμαντορίας (1974-1994), Θεσσαλονίκη 1994, σσ. 913-914. Giovanelli, G., "Anisio, vescovo di Tessalonica, santo", BS 1 (1961) 1267-1268. Halkin, F., Douze récits byzantins sur saint Jean Chrysostome, [SH 60], Bruxelles 1977, III § 65, 66^ V § 66. Kirsch, J. P., "Anysius", LTK I (1930) 526. Lequien, M., Oriens Christianus in quatuor Patriarchatus digestus, τ. ΙΙ, Parisiis 1740, στ. 31-32. Petit, L., "Les évêques de Thessalonique", EO 4 (1900-1901) 141 ἀρ. ΙΧ. Propylaeum ad Acta Sanctorum Decembris. Martyrologium Romanum ad forman editionis Typicae scholiis historicis instructum, ἔκδ. H. Delehaye - P. Peeters - M. Coens - B. de Gaiffier - P. Grosjean - F. Halkin, Bruxellis 1940, σ. 609 ἀρ. 4. Σ.Π. |