ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ὁ ἐκ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ,
νεομάρτυς († 8.8.1794)
8 Αὐγούστου
῾Ο ᾿Αναστάσιος ὁδηγήθηκε στὸ μαρτύριο μ᾿ ἕναν τρόπο ἀσυνήθιστο, ἀφοῦ οὔτε ὁ ἴδιος τὸ ἐπεδίωξε, ὅπως συνέ-βη μὲ πολλοὺς ἄλλους νεομάρτυρες ποὺ προσῆλθαν οἰκειοθελῶς σ᾿ αὐτό, ἀλλὰ οὔτε ἀνήκει στοὺς “ἐξ ἀρνησιχρίστων” μάρτυρες, οἱ ὁποῖοι ὁδηγήθηκαν στὸ μαρτύριο γιὰ νὰ ἀποπλύνουν μὲ τὸ αἷμα τους τὸ ἁμάρτημα τῆς ἐξωμοσίας. ᾿Αφορμὴ γιὰ τὴν σύλληψη τοῦ ᾿Αναστασίου στάθηκε ἡ ἐπιπολαιότητά του ποὺ τὸν ἔφερε ἀντιμέτωπο μ᾿ ἕνα φοβερὸ δίλημμα, ἢ νὰ ἐξομώσει ἢ διαφορετικὰ νὰ μαρτυρήσει.
῾Ο ᾿Αναστάσιος ἢ Σπάσος στὴ βουλγαρική, καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Ραδοβίσι τῆς ἐπαρχίας Τιβεριουπόλεως (Στρούμιτζας) τῆς Βουλγαρίας. Σὲ ἡλικία εἴκοσι περίπου ἐτῶν ἐγκατέλειψε τὴν πατρίδα του καὶ πῆγε στὴ Θεσσαλονίκη ὅπου ἐργαζόταν ὡς βοηθὸς σ᾿ ἕνα κατάστημα ὁπλοποιίας. Κάποια μέρα ὁ ᾿Αναστάσιος ὑπέκυψε στὶς πιέσεις τοῦ ἀφεντικοῦ του καὶ δέχθηκε νὰ προσποιηθεῖ τὸν Τοῦρκο γιὰ νὰ τὸν βοηθήσει στὴ λαθραία ἐξαγωγὴ τουρκικῶν πολυτελῶν ἐνδυμασιῶν ἀπὸ τὴν ὀχυρὴ πόλη τῆς Θεσσαλονίκης. Καθὼς ὅμως πῆγε νὰ περάσει τὴν πύλη ντυμένος μὲ τουρκικὰ ροῦχα οἱ κρατικοὶ ὑπάλληλοι τοῦ ζήτησαν νὰ δοῦν τὰ ἔγγραφα γιὰ τὴν ἐξαγωγὴ τῶν ἐνδυμασιῶν· τότε ἐκεῖνος ἰσχυρίσθηκε ὅτι εἶναι Τοῦρκος καὶ ὅτι εἶναι δικά του τὰ ροῦχα. Οἱ ὑπάλληλοι γιὰ νὰ πεισθοῦν τοῦ ζήτησαν νὰ ἀπαγγείλει τὴ μωαμεθανικὴ ὁμολογία (σαλαβάτι). ῾Ο ᾿Αναστάσιος ὅμως οὔτε τὴν ὁμολογία γνώριζε, ἀλλὰ οὔτε πολὺ περισσότερο εἶχε τὴ διάθεση νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη του.
Μετὰ ἀπ᾿ αὐτὸ τὸ περιστατικὸ συνελήφθη καὶ ὁδηγήθηκε στὸν ἀγᾆ, ὁ ὁποῖος προσπάθησε νὰ τὸν πείσει νὰ ἀλλαξοπιστήσει ὑποσχόμενός του διάφορα δῶρα. ᾿Επειδὴ ὅμως παρέμενε σταθερός, ὁ ἀγᾆς, ζητώντας τὴ συμβουλὴ καὶ τὴ βοήθεια τοῦ Τούρκου μουφτῆ τὸν παρέπεμψε στὸν δικαστή, ὁ ὁποῖος προσπάθησε μὲ ποικίλους τρόπους νὰ μεταβάλλει τὴ γνώμη τοῦ ᾿Αναστασίου. Μεταχειρίσθηκε ὑποσχέσεις γιὰ δῶρα καὶ πλούτη, γιὰ νὰ τὸν δελεάσει καὶ νὰ ὁμολογήσει ὅτι εἶναι Τοῦρκος, ἐπειδὴ ὅμως ὅλα αὐτὰ ἀποδείχθηκαν μάταια, τὸν φυλάκισε καὶ συνέχισε πλέον τὴν προσπάθεια χρησιμοποιώντας ποικίλα βασανιστήρια. ῞Ολα αὐτὰ τὰ ὑπέμεινε ὁ ᾿Αναστάσιος μὲ καρτερία, χωρὶς νὰ ὑποχωρήσει.
῾Ο δικαστὴς τότε, ἀπογοητευμένος ἀπὸ τὴν ἀποτυχία του νὰ τὸν προσελκύσει στὸ μωαμεθανισμό, τὸν παρέπεμψε στὸν ἀνώτατο διοικητικὸ ὑπάλληλο, τὸ μουσελίμη, ποὺ κι αὐτὸς ὅμως δὲν κατάφερε τίποτε. ῎Ετσι ἀποφασίσθηκε ἡ θανάτωσή του· στὶς 8 Αὐγούστου τοῦ 1794 καὶ ἐνῶ ὁδηγοῦνταν στὸν τόπο τῆς θανατικῆς του ἐκτελέσεως, στὴν “Καινούργια Πόρτα”, τοποθεσία ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη, ὁ ᾿Αναστάσιος ὑπέκυψε λόγω τῶν κακώσεων καὶ τῶν βασανισμῶν ποὺ εἶχε ὑποστεῖ στὴ φυλακή.
Τὸ μαρτύριό του περιέχεται στὸ Νέον Μαρτυρολόγιον τοῦ ἁγίου Νικοδήμου. ᾿Επίσης ὁ ᾿Αναστάσιος ἀπεικονίζεται στὴν εἰκόνα ἁπάντων τῶν μετὰ τὴν ἅλωσιν νεομαρτύρων.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: ᾿Αναστασίου, ᾿Ιω., “Οἱ Νεομάρτυρες τῆς Θεσσαλονίκης”, ῾Η Θεσσαλονίκη 1 (1985) 494. Δουκάκης, Κ., Μέγας Συναξαριστής, ᾿Αθῆναι 1889-1896, τ. Η¢ (Αὔγουστος), σ. 141. Εὐστρατιάδης, Σωφρ., ῾Αγιολόγιον τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας, χ.χρ., σ. 37. ΘΗΕ 2 (1963) 573. Μακάριος Κορίνθου - Νικόδημος ῾Αγιορείτης - Νικηφόρος Χῖος - ᾿Αθανάσιος Πάριος, Συναξαριστὴς Νεομαρτύρων, Θεσσαλονίκη 19892, σσ. 704-706. Νέον Μαρτυρολόγιον, ᾿Αθῆναι 19613, σ. 222. Νικόδημος ῾Αγιορείτης, Συναξαριστής, Βενετία 1819, τ. Γ¢, σ. 243. Παπαδόπουλος, Χρυσ., Οἱ Νεομάρτυρες, ᾿Αθῆναι 19342, σ. 56. Περαντώνης, ᾿Ιω., Λεξικὸν τῶν Νεομαρτύρων, ᾿Αθῆναι 1972, τ. Α¢, σ. 68. Χρυσοστόμου, Γ., “Οἱ ἅγιοι τῆς Θεσσαλονίκης”, στὸ Χαριστήριον τῷ Παναγιωτάτῳ Μητροπολίτῃ κ.κ. Παντελεήμονι τῷ δευτέρῳ ἐπὶ τῇ συμπληρώσει εἰκοσαετοῦς ἐν Θεσσαλονίκῃ ποιμαντορίας (1974-1994), Θεσσαλονίκη 1994, σσ. 912-913. Μ.Β. |