Ιερά Μητρόπολη Θεσσαλονίκης
Αρχική Σελίδα Επικοινωνία Χρήσιμες Συνδέσεις Χάρτης Πλοήγησης Γλωσσάριο
 website clocks
αναζήτηση    
ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΣ ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΑΓΙΩΝ ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΙΟΥ ΤΩΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΩΝ
Πανηγυρικός Εορτασμός των Θεσσαλονίκεων Κυρίλλου και Μεθοδίου

ΦΩΤΙΟΣ

ΦΩΤΙΟΣ ὁ ΘΕΣΣΑΛΟΣ,

ὅσιος, κτίτωρ τῆς μονῆς ᾿Ακαπνίου (11ος αἰ.)

9 ᾿Ιουλίου



῾Ο ὅσιος Φώτιος ὁ Θεσσαλὸς ὑπῆρξε δεσπόζουσα μο­ναστικὴ φυσιογνωμία στὸ πνευματικὸ περιβάλλον τῆς Θεσ­σαλονίκης κατὰ τὸν 11ο αἰώνα.

Καταγόταν ἀπὸ τὴ Θεσσαλία, ὅρο μὲ εὐρύτατη γεω­γρα­φικὴ ἔννοια αὐτὴ τὴν περίοδο, ἀπὸ εὔπορους καὶ ἐπι­φα­νεῖς γονεῖς, οἱ ὁποῖοι ὡστόσο δὲν κατονομάζονται στὸ Βίο του. Σὲ νεανικὴ ἡλικία ἀσπάστηκε τὸ μοναχικὸ βίο, ἐπιδι­δό­μενος σὲ αὐστηρότατη ἄσκηση. Φθάνοντας στὴ Θεσσαλο­νί­κη, τὴν ὁποία ὁ βιογράφος του δὲν παραλείπει νὰ ἐγκωμιάσει ὡς “προκαθεζομένη τῶν Θετταλικῶν πόλεων” καὶ ὡς “βασι­λίδα ταῖς ἑκατέρωθεν πόλεσι”, ὁ ὅσιος Φώτιος ἐγκαταβίωσε σὲ μία μικρὴ μονὴ στὴν περιοχὴ τῆς ᾿Ακροπόλεως, ἐντὸς τῶν τειχῶν, τιμώμενη στὸ ὄνομα τῶν ἁγίων ἀναργύρων Κο­σμᾆ καὶ Δαμιανοῦ. ᾿Εκεῖ γνώρισε κάποιο μεγάλο ἀσκητή, τὸν ἱε­ρὸ Βλάσιο, στὸν ὁποῖο κατέστη ὑποτακτικός.

῾Ο ἀνώνυμος συντάκτης τοῦ Βίου ἀφιερώνει ἕνα με­γάλο τμῆμα του στὴν προσωπικότητα τοῦ ἀσκητῆ καὶ γέ­ροντα τοῦ ὁσίου Φωτίου, Βλασίου, τὸν ὁποῖο συνδέει μὲ τὸν αὐτοκράτορα Ρωμανὸ Β’ (959-963) -ἂν καὶ τὸν συγχέ­ει μὲ τὸ Ρωμανὸ Α’ Λεκαπηνό-. ῾Ο Βλάσιος κλήθηκε ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα καὶ μετέβη, συνοδευόμενος ἀπὸ τὸ Φώτιο, στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου κατέστη καὶ πνευματικὸς πα­τέρας τοῦ Ρωμανοῦ Β’. Τέλεσε ὁ ἴδιος τὴ βάπτιση τοῦ γιοῦ του, Βασιλείου Β’ τὸ 958/9, δίνοντάς του προορατικὰ τὸ ὄνομα Βασίλειος. Στὴ βάπτιση παρευρισκόταν καὶ ὁ ὅσι­ος Φώτιος, τὸν ὁποῖο ὁ Βλάσιος ὑπέδειξε ὡς τὸ κατάλληλο πρό­σωπο γιὰ τὴν περιφορὰ τοῦ βρέφους ὡς τὸν κοιτώνα του, μὲ τὴ συνοδεία ψαλμωδιῶν.

῾Ο Φώτιος ἐπέστρεψε στὴ Θεσσαλονίκη καί, ὄντας ἐ­ραστὴς τῆς ἡσυχίας, μετέβη στὶς ὑπώρειες τοῦ Χορταΐτη (Χορτιάτη), ὅπου ἔκτισε μία καλύβη μὲ πέτρες καὶ ἐγκατα­βίωσε ἐκεῖ, συνεχίζοντας τὸν ἀγώνα του στὸ στίβο τῆς μο­ναχικῆς ζωῆς. Τὴν ἄνοιξη καὶ τὸ καλοκαίρι ἀνερχόταν στὴν κορυφὴ τοῦ ὄρους, ὅπου καὶ ἀνήγειρε ναὸ ἀφιερωμένο στὸν ἀρχάγγελο Μιχαήλ, καὶ ὅπου μὲ θαυματουργικὸ τρόπο ἀν­έβλυσε πηγὴ μὲ καθαρὸ νερό, ἡ ὁποία στὶς μέρες ποὺ γρα­φό­ταν ὁ Βίος εἶχε ἐξελιχθεῖ σὲ ἁγίασμα μὲ ἰαματικὴ δύ­να­μη.

῾Ωστόσο, οἱ ἐπιδρομὲς τῶν Βουλγάρων (“τὸ Μυσῶν ἔ­θνος”) προκάλεσαν μεγάλη ἀστάθεια καὶ ἀνάγκασαν τὸν αὐ­το­κράτορα Βασίλειο Β’ νὰ συντάξει τὰ βυζαντινὰ στρα­τεύμα­τα καὶ νὰ ἐκστρατεύσει ἐναντίον τους, ἀλλὰ ἡ ἔκβαση τῶν γε­γο­νότων ἦταν ἀρνητικὴ (ὑπαινίσσεται προφανῶς τὴν ἀποτυ­χη­μένη πρώτη ἐκστρατεία τοῦ Βασιλείου τὸ 986). ῾Ο Βασί­λει­ος κατευθύνθηκε πρὸς τὴ Θεσσαλονίκη, τὴν ὁποία “καὶ φρού­ριον εἶχε καὶ κατὰ τῶν ἐχθρῶν ἀσφαλὲς ὁρμητή­ριον”. ᾿Εκεῖ ἀναζήτησε τὸν ἀσκητὴ Βλάσιο καί, ὅταν πληρο­φορή­θη­κε τὸ θάνατό του, ζήτησε νὰ μάθει γιὰ τὸ μαθητή του, ποὺ τὸν εἶχε κρατήσει στὰ χέρια του κατὰ τὴ βάπτισή του. Τελικὰ πληροφορήθηκε ὅτι ὁ ὅσιος Φώτιος ἀσκήτευε κάπου ἐκτὸς τῆς πόλεως καὶ τὸν κάλεσε νὰ σπεύσει νὰ τὸν συναν­τήσει· ἔκτοτε ὁ Βασίλειος κράτησε κοντά του τὸν ὅσιο γέ­ροντα, ὄχι μόνο στὴ Θεσσαλονίκη ἀλλὰ καὶ κατὰ τὶς ἐκ­στρατεῖες του. Τοιουτοτρόπως “ὁ μὲν (βασιλεύς) ὅπλοις ἀ­μυντηρίοις, ὁ δὲ (Φώτιος) λόγοις εὐκτηρίοις τοὺς ἐναντίους ἀμύνονται”.

Μετὰ τὴν ὁλοκληρωτικὴ ἐπικράτηση τοῦ Βασιλείου Β’ τὸ 1017/8, ὁ ὅσιος Φώτιος ἐπέστρεψε στὴ Θεσσαλονίκη ἐ­π­ευφημούμενος ἀπὸ τοὺς Θεσσαλονικεῖς. ῾Ο αὐτοκράτορας, σύμφωνα μὲ τὸ Βίο, τοῦ ἀπέστειλε χρυσόβουλλο γράμμα, μὴ σωζόμενο σήμερα, μὲ τὸ ὁποῖο τοῦ παρεῖχε δῶρα, τὰ ὁποῖα ὁ Φώτιος χρησιμοποίησε γιὰ ἀγαθοεργίες καὶ γιὰ τὴν ἀνέ­γερση ναῶν καὶ μονῶν στὴν περιοχὴ τῆς ᾿Ακροπόλεως, ἀλλὰ καὶ σὲ ἄλλα σημεῖα τῆς πόλεως, ὅπως πολὺ παραστα­τικὰ ἀναφέρει ὁ βιογράφος του: “ἆρον κύκλῳ τοὺς ὀφθαλ­μούς σου περὶ τήνδε τὴν ἀκρόπολιν, εἰ τῶν ἐνταυθοῖ πολι­τῶν ὑπάρ­χεις... καὶ ἴδε τὰ κατ᾿ αὐτὴν συνεστῶτα σεμνεῖα· πρόελθε δὴ καὶ τοῦ ἄστεως, καὶ περιάθρησον τῶν τοῦ Φω­τίου πόνων τὰ σιγῶντα κηρύγματα. Πολλαχοῦ γὰρ ὄψει τε­μένη θεῖα παρ᾿ ἐκείνου γεγενημένα καὶ ψυχῶν ἱερὰ φροντι­στήρια, ἐν οἷς ἅπασι, τοῖς μὲν ἀνδρῶν μοναζόντων, τοῖς δὲ γυναικῶν μοναζουσῶν πολλὰ πλήθη πρότερον ἦν”. Τὴ μεγά­λη προσφο­ρὰ τοῦ ὁσίου Φωτίου στὸν ἀστικὸ μοναχισμὸ τῆς Θεσσαλο­νίκης ὑπογραμμίζει ὁ βιογράφος του μὲ ἐγκωμια­στικὸ τρό­πο, τονίζοντας στὴ συνέχεια ὅτι “πάντων τούτων αἱ ἀγέλαι τῶν μονοτρόπων, αἵτινες πάλαι τε ἦσαν καὶ νῦν εἰσίν, ἐκείνου πνευματικὰ τυγχάνει γεννήματα, πάντες τοῦ μεγάλου τούτου ποιμένος ποίμνιον, πάντες τῶν ἱερῶν ἐκεί­νου προσευχῶν κα­τορ­θώματα”.

᾿Απὸ τὴ συνέχεια τοῦ Βίου πληροφορούμαστε, ὅτι ὁ βιογράφος του εἶχε ὑπόψη του καὶ μία διαθήκη ποὺ εἶχε συντάξει ὁ ὅσιος Φώτιος πρὸ τοῦ θανάτου του (“τὴν ἐξόδι­ον τοῦ ἁγίου διάταξιν, ἣν ἐγγράμματον ὑποχωρεῖν τοῦ βίου μέλ­λων ἐξέθετο”). ῾Η διαθήκη αὐτή, ὅπως ἐξάγεται ἀπὸ τὴν σύν­τομη περιγραφὴ τοῦ περιεχομένου της ποὺ παρέχεται ἀπὸ τὸ συντάκτη τοῦ Βίου στὴ συνέχεια, ἔφερε τὰ βασικὰ χαρα­κτηριστικὰ τῶν κτιτορικῶν διαθηκῶν, δηλ. τῶν διαθη­κῶν ποὺ συνέτασσαν οἱ κτίτορες τῶν μονῶν, γιὰ τὴν εὔρυθ­μη λει­τουρ­γία τους μετὰ τὸ θάνατό τους. ῾Η μνημονευόμενη διαθήκη ὅριζε τὸν ἀπόλυτο ἐγκλεισμὸ τῶν μοναστριῶν κάποιας γυ­ναικείας μονῆς ποὺ εἶχε συστήσει ὁ ῞Οσιος ἐντὸς τοῦ χώ­ρου τῆς μονῆς, ρύθμιζε τὰ τῆς φροντί­δος τῶν ναῶν ποὺ εἶχε ἀν­εγείρει ὁ ἴδιος, τὴ διαδοχή του στὴν πνευματικὴ καθοδή­γη­ση τῶν μοναχῶν ποὺ ἀποτελοῦ­σαν τὴ συνοδεία του, καθὼς καὶ μία σειρὰ κανόνων σχετικὰ μὲ διάφορες πτυχὲς τοῦ μο­ναχι­κοῦ βίου: νηστεία, ἀνάπαυση, λειτουργικὸ τυπικό, μέρι­μνα ὑπὲρ τῶν πτωχῶν.

῾Ο Βίος δὲν παρέχει καμμία χρονικὴ ἔνδειξη σχετικὰ μὲ τὸ ὁσιακὸ τέλος τοῦ ἀσκητῆ Φωτίου τοῦ Θεσσαλονικέως· περιορίζεται μόνο στὴ δήλωση ὅτι παρέδωσε τὸ ἱερὸ πνεῦ­μα του στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ “πλήρης ἡμερῶν ἀληθῶς τῶν τε θεί­ων ἅμα καὶ τῶν ἀνθρωπίνων γενόμενος”. Πρέπει ὡστόσο ἡ κοίμηση τοῦ ὁσίου Φωτίου νὰ τοποθετηθεῖ μὲ βεβαιότητα μετὰ τὸ ἔτος 1017, κατὰ τὸ ὁποῖο, ὅπως προαναφέρθηκε, ὁ αὐτοκράτορας Βασίλειος Β’ κατετρόπωσε ὁριστικὰ τοὺς Βουλ­γάρους.

Σημαντικὴ εἶναι καὶ ἡ μνεία ἑορτασμοῦ τῆς μνήμης τοῦ ῾Οσίου ἀπὸ τοὺς μαθητές του, προφανῶς στὴ μονὴ ὅπου ἐγκαταβίωσε τὰ τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς του καὶ κοιμή­θηκε. Σύμφωνα μὲ τὸ Βίο τελοῦνταν πανήγυρη, κατὰ τὴν ὁποία ψάλλονταν ὕμνοι ποὺ εἶχαν συντεθεῖ γι᾿ αὐτόν: “συν­ιόντων ἀλλήλοις καὶ συμπανηγυριζόντων τὸ θεῖον τούτου μνη­­μόσυνον, καὶ ψαλμοῖς καὶ ὕμνοις καὶ ὡδαῖς πνευματι­καῖς αὐτὸν γεραιρόντων”.

῾Η σύνθεση ὕμνων πρὸς τιμὴν τοῦ ὁσίου Φωτίου ἐπι­βεβαιώνεται καὶ ἀπὸ τὴν ὕπαρξη ἑνὸς ἐξαιρετικὰ σημαντικοῦ στιχηροῦ, ποὺ συνέθεσε ὁ μέγας οἰκονόμος τῆς Μητροπόλε­ως Θεσσαλονίκης καὶ μετέπειτα μητροπολίτης Δημήτριος Βεά­σκος τὸ 13ο αἰώνα καὶ μελοποίησε ὁ μοναχὸς Δανιὴλ ᾿Α­χραδᾆς, τὸ ὁποῖο ἐπιγράφεται: “᾿Ιουλίου θ’. Τοῦ ὁσίου πα­τρὸς ἡμῶν Φωτίου κτήτορος μονῆς τοῦ ᾿Ακαπνίου. Ποίημα κυρίου Δημητρίου ἱεροδιακόνου καὶ μεγάλου οἰκονόμου μη­τροπόλεως Θεσσαλονίκης, οὗ τὸ ἐπώνυμον Βεάσκος...”. ῾Η σπουδαιότητα αὐτοῦ τοῦ στιχηροῦ (ἀρχ.: ῾Η φαιδρὰ τοῦ θεο­φόρου μνήμη Φωτίου...) ἔγκειται στὴν ἑορτολογικὴ ἔνδει­ξη τῆς 9ης ᾿Ιουλίου, ἡ ὁποία δὲν παρέχεται ἀπὸ τὸ Βίο τοῦ ὁσίου Φωτίου, καὶ στὴν πληροφορία ὅτι ὑπῆρξε ἱδρυτὴς τῆς περίφημης βασιλικῆς μονῆς τοῦ ᾿Ακαπνίου.

Τὴν ταύτιση τοῦ ὁσίου Φωτίου τοῦ Θεσσαλοῦ μὲ τὸν ὅσιο Φώτιο, τὸν κτίτορα τῆς μονῆς ᾿Ακαπνίου στὴ Θεσσα­λο­νίκη, πρότεινε πρῶτος ὁ ᾿Αθ. Παπαδόπουλος-Κεραμεύς, κατὰ τὴν ἔκδοση τοῦ προαναφερθέντος στιχηροῦ, καὶ στὴ συνέ­χεια ὑποστήριξε διεξοδικότερα ὁ V. Grumel. ῾Η ταύτι­ση αὐτὴ ἔχει γίνει πλέον καθολικὰ ἀποδεκτὴ ἀπὸ τὴ σύγ­χρονη ἔρευνα.

῾Ο ἀνώνυμος Βίος τοῦ ὁσίου Φωτίου ἐκφωνήθηκε πιθα­νότατα κατὰ τὴν ἑορτή του στὴ μονὴ ᾿Ακαπνίου, ἐνώπιον ἀ­κροατηρίου, ποὺ ἀποτελοῦνταν ἀπὸ μονα­χούς-πνευματικὰ τέ­κνα του, ὅπως διαφαίνεται ἀπὸ τὴν προσ­φώ­νηση: “ὦ θεῖον καὶ ἱερώτατον σύστημα, καὶ τοῦ γεν­νήσαν­τος καὶ ποιμά­ναν­τος ὑμᾆς διὰ τοῦ εὐαγγελίου κάλλι­στα θρέμ­ματα καὶ γεννή­ματα, τὴν εὐφρόσυνον ταύτην ἑορ­τὴν σὺν εὐ­φροσύνῃ τελέ­σωμεν”. Διακρίνεται ἀπὸ μία ἔντονη ἐγκωμια­στικὴ τάση καὶ προσφέρει περιορισμένα ἱστορικὰ στοιχεῖα γιὰ τὴ ζωὴ καὶ τὴ δραστηριότητα τοῦ ὁσίου Φωτί­ου, ἂν καὶ ἡ συγγραφή του δὲν πρέπει νὰ ἀπέχει πολὺ ἀπὸ τὸ χρόνο ἀκμῆς τοῦ μεγά­λου ἀσκητῆ, ἐφόσον στὴν προφο­ρικὴ μορφή του ἀπευθύν­θη­κε στοὺς μαθητές του. Σώζεται μόνο σὲ ἕνα χειρόγραφο τοῦ 12ου αἰ., τὸ ὑπ᾿ ἀριθ. 159 (Vlad. 390) τῆς Συνοδικῆς Βι­βλι­ο­θήκης τῆς Μόσχας, στὸ ὁποῖο περιλαμβά­νεται καὶ ὁ ἀρχι­κὸς Βίος τῆς ὁσίας Θεοδώρας τῆς μυροβλύ­τιδος.

Τέλος, σημαντικὴ εἶναι καὶ ἡ μνεία τοῦ ὁσίου Φωτίου στὸ Βίο τοῦ Καλαβροῦ ὁσίου Φαντίνου τοῦ νέου, ποὺ κοι­μή­θηκε στὴ Θεσσαλονίκη τὸ 974. Σύμφωνα μὲ τὸν ἐκτενῆ Βίο του (§ 52) κατὰ τὴν τελευτή του, ἐπισκέφθηκαν τὸν ὅσιο Φαν­τίνο οἱ μοναχοὶ Συμεὼν ὁ φιλόσοφος καὶ Φώτιος, τὸν ὁποῖο ἡ ἐκδότρια τοῦ Βίου, E. Follieri ταυτίζει μὲ βεβαιό­τητα μὲ τὸν ὅσιο Φώτιο τὸ Θεσσαλό.



ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Βακαλόπουλος, ᾿Α., “῾Η παρὰ τὴν Θεσσαλο­νίκην βυζαντινὴ μονὴ τοῦ Χορταΐτου”, ΕΕΒΣ 15 (1939) 280-287. Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, “᾿Ακολουθία πάντων τῶν ἐν Θεσσαλονί­κῃ διαλαμψάντων ἁγίων”, ΓΠ τχ. 732, ἔτ. 73 (Μάρτ.-᾿Απρ. 1990) 357. Εὐγενίδου, Δ., “῾Η μεσοβυζαντινὴ πόλη”, ᾿Αρχαιολογία 7 [= ᾿Α­φ­ιέ­ρωμα Θεσσαλονίκη] (Μάϊος 1983) 25-27. Εὐστρατιάδης, Σ., ῾Αγιο­λόγι­ον τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας, ᾿Αθῆναι χ.χρ., σ. 472. Ζω­γρα­φά­κης, Γ., “῾Η μονὴ ᾿Ακαπνίου στὴ Θεσσαλονίκη”, ΜΖ τχ. 155 (1979) 24-25. Καραγιαννόπουλος, ᾿Ι., Πηγαὶ τῆς Βυζαντινῆς ῾Ιστορί­ας, Θεσ­σαλονίκη 19875, σ. 297 (ἀρ. 377). Παπαδόπουλος-Κεραμεύς, ᾿Α., “᾿Ιω­­άν­­νης Σταυ­ράκιος καὶ Δημήτριος Βεάσκος”, Viz. Vrem. 13 (1906) 493-495. Χρυ­σοστόμου, Γ., “Οἱ ἅγιοι τῆς Θεσσαλονίκης”, στὸ Χαρι­στήριον τῷ Παν­αγιωτάτῳ Μητροπολίτῃ Θεσσαλονίκης κ.κ. Παντελεή­μο­νι τῷ δευτέρῳ ἐπὶ τῇ συμπληρώσει εἰκοσαετοῦς ἐν Θεσσα­λονίκῃ ποι­­μαν­­τορίας (1974-1994), Θεσσαλονίκη 1994, σ. 946. Arse­nij, Poh­val’noe slovo sv. Pho­tiju Fessalijskomu, Novgorod 1897. Beck, H.-G., Kirche und theolo­gische Literatur im byzantinischen Reich, Mün­chen 1959, σσ. 223, 578, 703. BHG 1545. Cankova-Pet­kova, G., στὸ Fontes graeci histo­riae bulgaricae τ. V (1964) 314-316. Darrouzès, J., "Le mouvement des fondations monastiques au XIe siècle", TM 6 (1976) 165. Elda­rov, G., "Fozio il Tessalo", BS 5 (1964) 997. Follieri, E., La Vita di San Fantino il Giovane. Introdu­zione, testo greco, traduzione, com­mentario e indici, [SH 77], Bru­xelles 1993, σσ. 38, 81-90, 542. Gru­mel, V., "La mosaique du Dieu Sau­veur au mo­na­stère du Latome à Salonique", EO 29 (1930) 157ἑ. ῾Ο ἴδιος, "Le fonda­teur et la date de fondation du monastère thessalonicien d᾿Acapniou", EO 30 (1931) 91-95. Janin, R., Les églises et les mona­stères des grands centres by­zan­tins (Bithynie, Hellespont, Latros, Galèsios, Trébizonde, Athè­nes, Thes­salonique), Paris 1975, σσ. 347-349. Novum Auctarium BHG 1545. Talbot, A.-M., "Akapniou Mo­nastery", ODB 1 (1991) 43-44. Va­sil᾿evskij, V., "Odin iz greceskich sbornikov Moskovskoj sino­dal᾿noj biblioteki", Zurnal Ministerstva Narodnago Prosvescenija 248 (ÍïÝì. 1886) 65-106 (ἰδίως 96-101).
Σ.Π.

...επιστροφή
Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης Κοινωνία της Πληροφορίας