Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 3


Οἱ Ὅσιοι Δαλμάτιος, (ἢ Δαλμάτος) Φαῦστος καὶ Ἰσάκιος ἢ Ἰσαάκιος

Γιὰ τὸν Ἰσαάκιο γράψαμε τὴν 30η Μαΐου. Ἦταν αὐτὸς ποὺ μὲ γενναῖο φρόνημα προεῖπε τὸ θάνατο τοῦ ἀρειανόφιλου βασιλιᾶ Οὐάλη. Πρᾶγμα ποὺ ἔγινε. Κατόπιν ὁ Ἰσαάκιος, ἐπὶ Μεγάλου Θεοδοσίου, ἦλθε μὲ μεγάλες τιμὲς στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου καὶ μόνασε. Ἡ φήμη τοῦ Ἁγίου ἔφερε κοντά του πολλούς, ἀκόμα καὶ ἀπὸ τὴν στρατιωτικὴ τάξη. Ἕνας ἀπ᾿ αὐτοὺς ἦταν καὶ ὁ Δαλμάτιος. Ἄνδρας πλούσιος με ἀξιόλογη μόρφωση, ἀνῆκε στὴ στρατιὰ τῶν σχολαρίων. Τόσο πολὺ εἵλκυσε τὴν ψυχή του ὁ Ἰσαάκιος, ὥστε ἀφοῦ πῆρε καὶ τὸ γιό του Φαῦστο, πῆγε στὴ Μονὴ ὅπου μόναζε ὁ Ἰσαάκιος. Ἐκεῖ, ὁ Δαλμάτιος δὲν ἄργησε νὰ διαπρέψει γιὰ τὸ μεγάλο του ζῆλο μεταξὺ τῶν συμμοναστῶν του. Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Ἰσαακίου, ἐξελέγη παμψηφεῖ ἡγούμενος τῆς Μονῆς. Τόσο δὲ μεγάλη ὑπῆρξε ἡ φήμη του, ὥστε ἡ Μονὴ πῆρε τὸ ὄνομά του. Ὅταν προαισθάνθηκε τὸ θάνατό του, κάλεσε τὸ γιὸ καὶ συμμοναστή του Φαῦστο, καὶ ἀφοῦ τὸν εὐλόγησε, τοῦ εἶπε: «Φρόντιζε πάντοτε νὰ καλλιεργεῖς καὶ νὰ διατηρεῖς ἐγκράτεια, ταπείνωση, ὑπακοὴ καὶ ἐλεημοσύνη. Χωρὶς αὐτὰ ἡ μοναχικὴ ζωὴ ὄχι μόνο δὲ φέρει σωτηρία, ἀλλὰ καὶ προξενεῖ κατάπτωση καὶ μεγάλη ἀπώλεια». Ὁ Φαῦστος, ἀκολουθώντας τὶς ἅγιες συμβουλὲς τοῦ πατέρα του, ἀναδείχθηκε ἄξιος διάδοχός του καὶ τελείωσε τὴν ζωή του μὲ πλήρη κατὰ Χριστὸν ἀρετή.


Ὁ Ἅγιος Στέφανος Ἱερομάρτυρας Πάπας Ρώμης καὶ οἱ σὺν αὐτῷ

Ἦταν Ρωμαῖος καὶ ἀνέβηκε στὸ θρόνο τῆς Ρώμης κατὰ τὸ ἔτος 253 μ.Χ. Αὐτὸς κατηχοῦσε καὶ βάπτιζε χριστιανοὺς πολλοὺς εἰδωλολάτρες, ποὺ προσέρχονταν σ᾿ αὐτόν. Μερικοὺς ἀπ᾿ αὐτοὺς μάλιστα, χειροτόνησε πρεσβύτερους, διακόνους καὶ ἀναγνῶστες, ποὺ ἀργότερα μαρτύρησαν γιὰ τὸν Χριστό. Ὅταν συνελήφθη ὁ Στέφανος καὶ ὁδηγήθηκε στὸν ναὸ τοῦ Ἄρη, προσευχήθηκε καὶ προκλήθηκε σεισμὸς μὲ ἀποτέλεσμα νὰ γκρεμιστεῖ μέρος τοῦ ναοῦ. Τότε οἱ στρατιῶτες φοβισμένοι ἔτρεξαν καὶ ἔφυγαν, ὁ δὲ Ἅγιος πῆγε στὸν τάφο τῆς Ἁγίας Λουκίας, ὅπου ἔκανε ἀναίμακτη θυσία. Ἐκεῖ τὸν βρῆκαν οἱ στρατιῶτες, ὅπου ἀφοῦ τὸν βασάνισαν, τελικὰ τὸν ἀποκεφάλισαν καὶ ἔτσι ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου. (Ἡ μνήμη του, ἀπὸ ὁρισμένα Συναξάρια, ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 7η Σεπτεμβρίου).


Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Ὁμολογητὴς ἡγούμενος τῆς Μονῆς Πατελαρίας


Ἡ Ἁγία Σαλώμη ἡ Μυροφόρος

Ἦταν πρώτη ἐξαδέλφη τῆς Παναγίας, μητέρας τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Εἶχε σύζυγο τὸν Ζεβεδαῖο καὶ γιοὺς τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη. Προικισμένη καὶ ἡ ἴδια μὲ ἔνθερμη εὐσέβεια, ἦταν ἀπὸ τὶς γυναῖκες ποὺ ἀκολουθοῦσαν τὸν Χριστό, καὶ συνεισέφεραν στὸ ταμεῖο τῆς ἀποστολικῆς ἀδελφότητας. Ἡ Σαλώμη ἦταν ἐκείνη, παρακινούμενη ἀπὸ μητρικὴ φιλοστοργία, ποὺ παρακάλεσε τὸν Κύριο ὅταν Αὐτὸς πήγαινε γιὰ τελευταία φορὰ στὴν Ἱερουσαλήμ, νὰ τιμηθοῦν οἱ γιοί της μὲ πρωτεύοντα ἀξιώματα. Διότι εἶχε τὴν ἰδέα, ὅτι ὁ Ἰησοῦς στὴν Ἱερουσαλὴμ ἔμελλε νὰ ἀναστήσει τὸ θρόνο τοῦ Δαβίδ. Ὅμως ἡ Σαλώμη, τὶς στιγμὲς τοῦ φρικτοῦ πάθους τοῦ Κυρίου, καὶ ἐνῷ μαθητὲς καὶ φίλοι ἀπὸ φόβο εἶχαν διασκορπιστεῖ, αὐτή, μαζὶ μὲ μερικὲς ἄλλες πιστὲς γυναῖκες ἦταν ἐκεῖ καὶ κτυποῦσαν ἀπὸ λύπη τὰ στήθη τους. Ἐπίσης ἡ Σαλώμη ἀξιώθηκε νὰ εἶναι μία ἀπὸ τὶς μυροφόρες, στὶς ὁποῖες ὁ ἄγγελος γνωστοποίησε τὴν ἀνάσταση τοῦ Ἰησοῦ. Μετὰ τὴν ἵδρυση τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας στὴν Ἱερουσαλήμ, ἡ Σαλώμη ἐξακολούθησε νὰ διακρίνεται γιὰ τὸ ζῆλο καὶ τὶς ἐλεημοσύνες της. Ὁ διωγμὸς ἐναντίον τῆς ἐκκλησίας στὴν Ἱερουσαλήμ, προξένησε μεγάλη λύπη στὴ Σαλώμη. Ἡ καρδιά της ὑπέστη μεγάλο σπαραγμὸ τὴν ἡμέρα ποὺ ὁ Ἡρῴδης ἀποκεφάλισε τὸν πρωτότοκο γιό της Ἰάκωβο. Ἀλλ᾿ ἡ ἐλπίδα στὸν Χριστὸ τὴν ἐνίσχυσε καὶ μὲ τὴν προσδοκία τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν παρέδωσε τὴν ψυχή της εἰρηνικά.


Ἡ Ὁσία Θεοκλητὼ ἡ θαυματουργή

Ἔζησε κατὰ τὸν 9ο αἰῶνα στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Θεοφίλου τοῦ εἰκονομάχου καὶ καταγόταν «ἐκ τοῦ θέματος τῶν Ὀπτιμάτων» (Ὀψικίου). Οἱ γονεῖς της ὀνομάζονταν Κωνσταντῖνος καὶ Ἀναστασία, καὶ ἦταν ἀρκετὰ πλούσιοι καὶ πρὸ πάντων εὐσεβεῖς χριστιανοί. Ἀνάλογη ἀνατροφὴ ἔδωσαν καὶ στὴν κόρη τους Θεοκλητώ, ποὺ ἦταν πιστή, εὐσεβής, σεμνὴ καὶ μελετοῦσε ἀκατάπαυστα τὸν θεῖο λόγο. Ὅταν παντρεύτηκε (τὸν Ζαχαρία, ἄνδρα εὐσεβῆ καὶ ἐλεήμονα), ὑπῆρξε πρότυπο χριστιανῆς συζύγου. Τὸ σπίτι της ἦταν συνεχῶς ἀνοικτὸ γιὰ τοὺς δυστυχεῖς, γιὰ τὶς χῆρες, τὰ ὀρφανὰ καὶ τοὺς φτωχοὺς οἰκογενειάρχες. Συχνὰ πήγαινε ἡ ἴδια στὰ φτωχόσπιτα καὶ μοίραζε ἁπλόχερα ἐλεημοσύνη καὶ περιποίηση στοὺς ἀρρώστους. Ὁ θάνατος τὴν βρῆκε νὰ ἐκτελεῖ τέτοια θεάρεστα ἔργα. Τὸ δὲ λείψανό της ἀξιώθηκε νὰ γίνει ὄργανο πολλῶν ἰαμάτων. (Στὸν κώδικα 73 τῆς Μονῆς Παναγίας τῆς Χάλκης, καλεῖται Θεοκλήτη καὶ ἡ μνήμη της ἀναφέρεται τὴν 21η Αὐγούστου).


Οἱ Ἅγιοι Ἰωάννης καὶ Ἰωάννης ὁ Νέος Ἐπίσκοποι Ἐφέσου

Ἡ μνήμη τους φέρεται σὲ δυὸ Κώδικες, τὸν Πατμιακὸ 266 καὶ τὸν Παρισινὸ 152 Sap ὡς ἑξῆς: «Τῶν ἐν ἁγίοις πατέρων ἡμῶν καὶ ἀρχιεπισκόπων γενομένων Ἐφέσου Ἰωάννου τοῦ μοναχοῦ καὶ Ἰωάννου τοῦ νέου». Σὲ Παρισινὸ Κώδικα ἡ μνήμη τους ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 4η Αὐγούστου.


Ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος ὁ θαυματουργὸς Ρωμαῖος Νοβογορδίας (Ρῶσος)


Ὁ Ἅγιος Ὀλύμπιος ἔπαρχος, μάρτυρας

Βυζαντινὸς ἄρχοντας ἐπὶ τῆς Βασιλείας τοῦ αὐτοκράτορα Ἡρακλείου (610-641), ποὺ θανατώθηκε στὴ φυλακὴ ἀπὸ τὸν Πέρση βασιλιὰ Χοσρόη γιὰ τὴν ὁμολογία του στὴν χριστιανικὴ πίστη.


Οἱ Ὁσίες Θεοδώρα ἡ ἐξ Αἰγίνης καὶ Θεοπίστη ἡ θυγατέρα της

Ἡ Ὁσία Θεοδώρα γεννήθηκε στὴν Αἴγινα. Μετὰ τὸ γάμο της, ἦλθε στὴ Θεσσαλονίκη λόγω ἐπιδρομῶν τῶν Σαρακινῶν. Ἀσπάστηκε τὸν μοναχισμὸ μετὰ τὸν θάνατο τοῦ συζύγου της καὶ μπῆκε στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Στεφάνου μὲ τὴν θυγατέρα της Θεοπίστη. Ἔζησε μὲ πολλὴ ἀρετὴ καὶ κοιμήθηκε τὸ 892. Ἑορτάζονται τὴν 29η Αὐγούστου, ἀλλὰ ἡ γιορτὴ τους μεταφέρθηκε τὴν 3η Αὐγούστου λόγω τῆς γιορτῆς τῆς ἀποτομῆς τῆς Τιμίας Κεφαλῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Προδρόμου.