Ἁγιολόγιον - Ἰανουάριος - 04


Ἡ Σύναξις τῶν Ἁγίων 70 Ἀποστόλων

Γιὰ τοὺς Ἀποστόλους αὐτούς μας πληροφορεῖ τὸ κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιο στὸ δέκατο κεφάλαιο. Τοὺς ἐξέλεξε ὁ Χριστὸς ὕστερα ἀπὸ τοὺς Δώδεκα γιὰ νὰ βοηθοῦν τὸ ἔργο Του, πηγαίνοντας αὐτοὶ πρωτύτερα σὲ κάθε πόλη καὶ τόπο, ὅπου θὰ πήγαινε κατόπιν ὁ Ἴδιος. Στὸν ἀγῶνα αὐτό, ἔπρεπε νὰ καταβάλουν ὅλη τους τὴν δραστηριότητα, χωρὶς νὰ χάνουν οὔτε στιγμή. Γι᾿ αὐτὸ τοὺς εἶπε, ὅτι ὤφειλον νὰ μὴ σταματοῦν καὶ νὰ μὴ χαιρετοῦν κανένα εἰς τὸν δρόμον. Αὐτὸ δέ, ἀποτελεῖ μάθημα γιὰ μερικοὺς πνευματικοὺς ἐργάτες, ποὺ χάνουν ἄσκοπα ὧρες καὶ μέρες φλυαρῶντας ἀντὶ νὰ διδάσκουν, καὶ σκανδαλίζοντας ἀντὶ νὰ οἰκοδομοῦν. Ὁ Κύριος παρήγγειλε στοὺς Ἑβδομήκοντα Ἀποστόλους, μήτε βαλάντιο νὰ ἔχουν μαζί τους, μήτε δισάκιο, οὔτε ὑποδήματα νὰ κρατᾶνε. Γιατί; Γιὰ νὰ φανεῖ, ὅτι οἱ στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ πρέπει νὰ ἔχουν αὐταπάρνηση καὶ νὰ ἐξοικειώνονται μὲ ὅλες τὶς στερήσεις. Καὶ νὰ δειχθεῖ ὅτι ὁ Θεὸς μὲ μηδαμινὰ μέσα κατορθώνει τὰ μεγαλύτερα καὶ δυσκολότερα ἔργα. Οἱ Ἑβδομήκοντα ἐξετέλεσαν τὴν ἀποστολή τους μὲ ὅλη τὴν ἀκρίβεια καὶ τὴν πειθαρχία, ὅταν ὁ Χριστὸς ἦταν στὴ γῆ. Ἀλλὰ καὶ ὕστερα ἀπὸ τὴν ἀνάληψή Του καὶ τὸ σχηματισμὸ τῆς Ἐκκλησίας Του, ἔκαναν μὲ ζῆλο καὶ αὐταπάρνηση ὅλο τὸ καθῆκον τους. Αὐτοὶ δὲ ἦταν:


Οἱ Ἅγιοι Ζώσιμος ὁ μοναχὸς καὶ Ἀθανάσιος ὁ κομενταρήσιος

Σκοταδισμὸ θεωροῦν σήμερα πολλοί ὑποτιθέμενοι διανοούμενοι τοῦ κόσμου τὸ σωτήριο μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἔγκλημα θεωροῦσε τότε τὸ νὰ διδάσκει κάποιος περὶ ἀρετῆς καὶ ὁ αὐτοκράτορας Δομιτιανός, κατὰ χρόνια (81-96) τοῦ ὁποίου ἔζησε καὶ ὁ Ἅγιος Ζώσιμος, στὸν τόπο τῆς Κιλικίας.Ἑπόμενο ἦταν νὰ βρεθεῖ σὲ μεγάλη καὶ σκληρὴ δοκιμασία ἡ χριστιανικὴ Ἐκκλησία. σ᾿ αὐτὸν τὸ διωγμό, συλλαμβάνεται καὶ ὁ Ζώσιμος. Βασανίζεται φρικτά, γιὰ νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη του στὸ Χριστό. Τὰ βασανιστήρια, ὅμως, δὲ μεταβάλλουν καθόλου τὸ φρόνημά του καὶ δὲν ἐλαττώνουν τὸ θάῤῥος του. Στὴν ἀγριότητα ἀντιτάσσει ἡρωισμό, καὶ τὸ πεῖσμα τῶν δημίων του σπάει μπροστὰ στὴν ἀτέλειωτη ὑπομονή του. Ἀποφασίζουν τότε καὶ τὸν ῥίχνουν γιὰ τροφὴ σ᾿ ἕνα λιοντάρι, μέσα σὲ ἀμφιθέατρο. Ξαφνικά, κάτι παράδοξο γίνεται μπροστὰ στὰ μάτια τῶν θεατῶν. Μόλις τὸ λιοντάρι πλησιάζει κοντὰ στὸ Ζώσιμο, ἡ ὁρμή του ἀνακόπτεται. Ἤρεμα προχωρεῖ καὶ κάθεται δίπλα στὰ πόδια του. Ὁ Θεὸς εἶχε βάλει στὸ βλέμμα του τόση δύναμη ἐπιβλητικότητας, χάρης καὶ ἑλκυστικότητας, ποὺ κατάφερε νὰ ἐξημερώσει τὸ λιοντάρι σὰν ἀρνί. Τὸ πλῆθος διὰ βοῆς ἀπαιτεῖ ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα τὴν ἀπελευθέρωση τοῦ Ἁγίου, πρᾶγμα ποὺ ἔγινε. Ὁ θρίαμβος αὐτὸς τῆς πίστεως κέρδισε καὶ ἕναν εἰδωλολάτρη, τὸν Ἀθανάσιο κομενταρήσιο. Φεύγοντας καὶ οἱ δυὸ σ ἕνα ὀρεινὸ μέρος καὶ ἀφοῦ ἔζησαν μὲ ἀγάπη καὶ συμπροσευχὴ τελείωσαν εἰρηνικὰ τὴν ζωή τους.


Ὁ Ὅσιος Θεόκτιστος ἡγούμενος Κουκουμίου

Ὑπῆρξε ἡγούμενος τῆς Μονῆς Κουκουμᾶ ἢ Κουκουμίου ἢ Κουκούμης στὴ Σικελία. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.


Ἡ Ὁσία Ἀπολλιναρία ἡ Συγκλητική

Ἔζησε τὸν 5ο αἰῶνα μετὰ Χριστόν. Κόρη τοῦ Ἀνθεμίου, ἀνώτατου διοικητικοῦ ἄρχοντα τῆς Ῥώμης. Ἡ Ἀπολλιναρία, φημισμένη γιὰ τὴν ὡραιότητα καὶ τὴν φρόνησή της, εἶχε θερμὴ πίστη καὶ ὁλόψυχη ἀφοσίωση στὸν Χριστό. Κάποτε τῆς δόθηκε ἡ εὐκαιρία καὶ πῆγε στοὺς Ἁγίους Τόπους στὴν Ἱερουσαλήμ, μαζὶ μὲ πολλὰ χρήματα, δοῦλες καὶ δούλους, γιὰ νὰ προσκυνήσει. Μετὰ τὶς πρῶτες ἅγιες συγκινήσεις της, θεώρησε χρέος της νὰ ἀπελευθερώσει ὅλους τοὺς δούλους, ἀφοῦ τοὺς ἐφοδίασε μὲ τὰ ἀνάλογα χρήματα. Αὐτή, μαζὶ μὲ ἕναν γέροντα ὑπηρέτη, πῆγε στὴν Ἀλεξάνδρεια. Ἐκεῖ μὲ πολλή θεοσέβεια καὶ καθαρότητα, ζοῦσε τὸ μοναχικὸ βίο. Ἔγινε φημισμένη στοὺς γυναικείους μοναστηριακοὺς κύκλους, καὶ πολλὲς γυναῖκες πήγαιναν καὶ συμβουλεύονταν ἀπὸ τὴν φρόνηση καὶ τὴ μεγάλη της ἀρετή. Κάποτε μάλιστα, ἀῤῥώστησε ἀπὸ ἀκάθαρτο πνεῦμα ἡ ἀδελφή της. Τότε ἡ Ἀπολλιναρία πῆγε στὴ Ῥώμη καὶ μὲ τὶς προσευχές της, ἡ θεία χάρη θεράπευσε τὴν ἀδελφή της. Ὅλοι τότε προσπάθησαν νὰ τὴν κρατήσουν κοντά τους. Αὐτὴ ὅμως, ἀποχαιρέτησε συγκινητικὰ τοὺς δικούς της καὶ ἐπέστρεψε στὸ ἡσυχαστήριό της, ὅπου εἰρηνικὰ παρέδωσε τὸ πνεῦμα της.


Οἱ Ἅγιοι ἓξ Μάρτυρες

Ἀπεβίωσαν εἰρηνικὰ (ἂν καὶ στοὺς Συναξαριστὲς ἀναφέρονται σὰν μάρτυρες).


Ὁ Ὅσιος Εὐθύμιος ὁ νέος

Κεῖται πλησίον τοῦ ἁγίου Μωκίου.


Οἱ Ἅγιοι Χρύσανθος καὶ Εὐφημία

Γίνεται ἁπλὴ ἀναφορὰ τῶν ὀνομάτων τους χωρὶς κανένα βιογραφικὸ στοιχεῖο.


Ὁ Ὅσιος Εὐθύμιος ἡγούμενος Βατοπεδίου καὶ οἱ Δώδεκα Μοναχοί Βατοπεδινοί

Ὁ ὁσιομάρτυρας Εὐθύμιος καὶ οἱ δώδεκα μοναχοὶ τῆς Μονῆς Βατοπεδίου, μαρτύρησαν τὸ 1280 κατὰ τὸν διωγμὸ στὸ Ἅγιον Ὄρος, ἀπὸ τοὺς φιλοπαπικούς, τὸν βασιλιὰ Μιχαὴλ Παλαιολόγο καὶ Πατριάρχη Ἰωάννη Βέκκο. Καταδίωξαν λοιπὸν τοὺς μοναχοὺς καὶ ἄλλους μὲν βασάνισαν, τὸν δὲ ἡγούμενο τῆς Μονῆς Βατοπεδίου Εὐθύμιο, ποὺ εἶχε πρωτοστατήσει στὴ διαμαρτυρία κατὰ τῆς ἕνωσης μὲ τοὺς παπικούς, ἔπνιξαν στὴ θάλασσα. Ἐνῷ συγχρόνως δώδεκα ἄλλους ἀδελφούς τῆς ἰδίας Μονῆς ἀπαγχόνισαν.


Ὁ Νέος Ὁσιομάρτυς Ὀνούφριος

Γεννήθηκε στὸ χωριὸ Κάμπροβα τοῦ Μεγάλου Τυρνάβου. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Δέτζιο, ἀργότερα ἔγινε μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Δανιήλ. Ἡ μητέρα του ὀνομαζόταν Ἄννα. Τὸ πρῶτο ὄνομα τοῦ νεομάρτυρος αὐτοῦ ἦταν Ματθαῖος καὶ οἱ εὐσεβεῖς καὶ πλούσιοι γονεῖς του τὸν μεγάλωναν μὲ χριστιανοπρέπεια. Κάποτε λοιπόν, ὅταν ἦταν ὀκτὼ ἐτῶν, οἱ γονεῖς του τὸν μάλωσαν γιὰ κάποια του ἀταξία καὶ αὐτὸς θυμωμένος εἶπε μπροστὰ σὲ Τούρκους ὅτι θὰ τουρκέψει. Τότε μὲ χίλια βάσανα οἱ γονεῖς του κατόρθωσαν νὰ ἀποτρέψουν τὴν περιτομή του. Ὅταν μεγάλωσε ὁ Ματθαῖος πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος στὴ Μονὴ Χιλιανδαρίου, ὅπου χειροτονήθηκε διάκονος μὲ τὸ ὄνομα Μανασσῆς. Ἀλλ᾿ οἱ τύψεις ἀπὸ τὸ παιδικὸ ἐκεῖνο περιστατικὸ τὸν ἔκαναν νὰ ἀγωνίζεται μὲ αὐστηρὴ νηστεία καὶ προσευχὴ γιὰ νὰ ἐξιλεωθεῖ στὸν Θεό. Ἀργότερα ἀποφάσισε νὰ ὁμολογήσει τὸν Χριστὸ μπροστὰ στοὺς ἀπίστους καὶ νὰ ὑποστεῖ μαρτυρικὸ θάνατο. Πῆγε λοιπὸν στὴ σκήτη τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ὅπου δοκιμάστηκε γιὰ 4 μῆνες ἀπὸ τὸν πνευματικὸ Νικηφόρο καὶ κατόπιν ἔγινε μεγαλόσχημος μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Ὀνούφριος. Ἔπειτα μὲ τὴν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ του καὶ ἀφοῦ πῆρε σὰν συνοδό του κάποιο Γρηγόριο Πελοποννήσιο πῆγε στὴ Χῖο. Ἐκεῖ ἀφοῦ καὶ πάλι προετοιμάστηκε κατάλληλα, φόρεσε ῥοῦχα Ἀγαρηνῶν καὶ πῆγε στὸ κριτήριο, ὅπου μπροστὰ σὲ πολλοὺς ἀγάδες μὲ θάῤῥος ὁμολόγησε τὸν Χριστὸ καὶ ἀναθεμάτισε τὸν μουσουλμανισμό. Καὶ ἔριξε κάτω τὸ πράσινο σαρίκι, ποὺ φοροῦσε. Τὰ βασανιστήρια ποὺ ἀκολούθησαν ἦταν ἀνελέητα καὶ φρικτά. Τελικὰ πέθανε ἀφοῦ τὸν μαχαίρωσαν οἱ βασανιστές του, στὶς 4 Ἰανουαρίου 1818 ἡμέρα Παρασκευὴ καὶ ὥρα 3 μ.μ. Τὸ Ἱερό του λείψανο οἱ Τοῦρκοι τὸ ἔριξαν στὴ θάλασσα. Ἀκολουθία καὶ βιογραφία του Ἁγίου συνέγραψε ὁ Ὀνούφριος Ἰβηρίτης, ποὺ ἐκδόθηκε στὴν Ἀθήνα τὸ 1862.


Ὁ Ἅγιος Γάϊος ὁ Μακεδὼν ἀπόστολος ἀπὸ τοὺς 70

Ἀπὸ ὁρισμένους Συναξαριστὲς ἀναφέρεται σὰν Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης (;). Ἐπίσης ἀναφέρεται ὅτι ἦταν συνοδὸς τοῦ ἀπ. Παύλου, συνελήφθη μὲ τὸν Ἀρίσταρχο ἀπὸ τὸν ὄχλο τῆς Ἐφέσου κατὰ τὴν ὑποκινηθεῖσα ταραχὴ τοῦ Δημητρίου. Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου αὐτοῦ ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 5η Νοεμβρίου.


Ὁ Ὅσιος Θεόπροβος ἐπίσκοπος Καρπασίας Κύπρου (4ος αἰ.)


Ὁ Ὅσιος Εὐστάθιος ὁ Α´ Ἀρχιεπίσκοπος Ζερβῶν (1276-1286)


Ὁ Ὅσιος Ἀχιλλέας ὁ Διάκονος τῆς Λαύρας Κιέβου (Ῥῶσος-14ος αἰ.)