ΙΩΣΗΦ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ,
μητροπολίτης Θεσσαλονίκης
ἐθνομάρτυς - ἱερομάρτυς († 3.6.1821)
῾Ο ᾿Ιωσήφ, καταγόμενος ἀπὸ τὴ Δημητσάνα τῆς Πελοποννήσου, διετέλεσε μητροπολίτης Θεσσαλονίκης κατὰ τὴ δύσκολη περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας καὶ ἰδιαίτερα κατὰ τοὺς χρόνους πρὶν ἀπὸ τὴν ἔκρηξη τῆς ᾿Επαναστάσεως, κατὰ τὴν ἔναρξη τῆς ὁποίας συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Τούρκους καὶ θανατώθηκε· γι᾿ αὐτὸ καὶ θεωρεῖται ὡς ἐθνομάρτυς. ῍Αν καὶ δὲν ὑπάρχει ἐπίσημη πράξη ἀνακηρύξεως τῆς ἁγιότητάς του ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, ἐπειδή, ὅπως εἶναι φυσικό, κάτι τέτοιο θὰ προκαλοῦσε ἔντονες ἀντιδράσεις ἀπὸ μέρους τῆς Τουρκικῆς κυβερνήσεως, ἐν τούτοις κρίθηκε σκόπιμο νὰ περιληφθεῖ καὶ ὁ μητροπολίτης ᾿Ιωσὴφ στὸ ῾Αγιολόγιο τῆς Θεσσαλονίκης, ἀφοῦ ἔχει καθιερωθεῖ στὴ συνείδηση τοῦ χριστιανικοῦ πληρώματος ὄχι μόνο ὡς ἐθνομάρτυς, ἀλλὰ καὶ ὡς ἱερομάρτυς.
Τὴν προσωπικότητα τοῦ ᾿Ιωσὴφ ἀνασυνθέτουμε ἀπὸ σποραδικὲς εἰδήσεις ποὺ ὑπάρχουν περὶ τοῦ προσώπου του, ἐφ᾿ ὅσον δὲν διαθέτουμε κάποια πλήρη βιογραφία του. Κυρίως οἱ πληροφορίες ποὺ διαθέτουμε προέρχονται ἀπὸ τὶς δύο περιόδους κατὰ τὶς ὁποῖες διετέλεσε συνοδικὸς ἀρχιερέας στὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως. Κατ᾿ αὐτὲς τὶς περιόδους λοιπὸν συναντοῦμε τὴν ὑπογραφὴ τοῦ ᾿Ιωσὴφ σὲ πολλὰ σπουδαῖα συνοδικὰ ἔγγραφα.
῾Ο ᾿Ιωσὴφ καταγόταν ἀπὸ τὴ Δημητσάνα, ἡ ὁποία ἀνέδειξε ἰδιαίτερα κατὰ τὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας ἀξιόλογους ἄνδρες, ποὺ ἐργάστηκαν τόσο στὸ χῶρο τῆς ᾿Εκκλησίας ὅσο καὶ γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τοῦ ῎Εθνους. ᾿Απὸ τὴ Δημητσάνα ἄλλωστε καταγόταν καὶ ὁ πατριάρχης Γρηγόριος ὁ Ε¢, μὲ τὸν ὁποῖο ὁ ᾿Ιωσὴφ πρέπει νὰ ἦταν συνομήλικος ἢ ἴσως καὶ λίγο νεώτερός του. ῾Ο ᾿Ιωσὴφ προερχόταν ἀπὸ τὴ γνωστὴ οἰκογένεια τῶν ᾿Αντωνόπουλων, ἡ ὁποία προσέφερε πολλὰ στὸν ἀγώνα τοῦ 1821. Μέχρι πρόσφατα ὑπῆρχε ἡ ἄποψη ὅτι ἔφερε τὸ ἐπώνυμο Δαλιβήρης, ὥσπου δημοσιεύτηκαν τὰ ᾿Απομνημονεύματα τοῦ Κανέλου Δεληγιάννη, ὅπου, ἀναφερόμενος ὁ Κανέλος στὸ γεγονὸς τῆς ἱδρύσεως πυριτιδόμυλων στὴ Δημητσάνα, λέγει ὅτι στὴν προσπάθεια αὐτὴ τῶν δύο ἀδελφῶν, τοῦ Νικολάου καὶ τοῦ Σπυρίδωνα Σπηλιωτοπούλου συνέβαλε σημαντικὰ καὶ ὁ προκριτώτερος τῆς πόλεως “᾿Αθανάσιος ᾿Αντωνόπουλος, ἀδελφὸς τοῦ ᾿Ιωσὴφ μητροπολίτου Θεσσαλονίκης, ὅστις ἐφονεύθη ἀπὸ τὸν σουλτάνον εἰς Κωνσταντινούπολιν μετὰ τοῦ ἀοιδίμου πατριάρχου Γρηγορίου, τοῦ Δέρκων, ᾿Εφέσου καὶ ἄλλων ἀρχιερέων...”.
Τὴν πρώτη μόρφωσή του ὁ ᾿Ιωσὴφ πιθανώτατα τὴν ἔλαβε στὴ γενέτειρά του, ὅπου ἄλλωστε καὶ πρὶν τὴ σύσταση τῆς γνωστῆς ῾Ελληνικῆς Σχολῆς λειτουργοῦσε ἀνεπίσημα σχολεῖο. ῎Αγνωστος παραμένει ὁ τόπος ὅπου συνέχισε τὶς σπουδές του· πιθανότατα μετέβη στὴ Σμύρνη, ὅπου συνήθιζαν νὰ καταφεύγουν πολλοὶ ἀπὸ τὴν πατρίδα του, ὅπως π.χ. ὁ Γρηγόριος ὁ Ε¢, ἀλλὰ καὶ οἱ ἱδρυτὲς τῆς Σχολῆς τῆς Δημητσάνας. ῞Ενας ἄλλος τόπος ποὺ προσέλκυε πολλοὺς νέους προερχόμενους ἀπὸ τὴ Δημητσάνα ἦταν ἡ Κωνσταντινούπολη, ὅπου διέμεναν πολλοὶ πλούσιοι ἔμποροι καταγόμενοι ἀπὸ αὐτή. ᾿Αλλὰ καὶ τὸ ῞Αγιο ῎Ορος ἀποτελοῦσε ἕναν σημαντικὸ πόλο ἕλξης. Σὲ κάποιον λοιπὸν ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς χώρους ὁ ᾿Ιωσὴφ συμπλήρωσε τὴ μόρφωσή του, γιὰ τὴν ὁποία ἄλλωστε ὁ μοναχὸς Χριστόφορος ὁ Προδρομίτης σημειώνει: “ἱκανὴν παίδευσιν, τήν τε θύραθεν καὶ μάλιστα τῶν καθ᾿ ἡμᾆς παιδευμάτων”.
᾿Αργότερα, ὅταν ὁ Γρηγόριος ὁ Ε¢ ἀνέρχεται στὸν πατριαρχικὸ θρόνο, συναντοῦμε τὸν ᾿Ιωσὴφ ἀρχιδιάκονο τοῦ μητροπολίτη ᾿Εφέσου. Στὴ συνέχεια γίνεται Μ. Πρωτοσύγκελλος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἐνῶ ἀπὸ τὶς 20 Αὐγούστου τοῦ 1787 ἐξελέγη μητροπολίτης Δράμας. Μεταξὺ τῆς γενέτειράς του καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς του ἐπαρχίας ὑπῆρχε ἕνας μυστικὸς στενὸς σύνδεσμος, ἀφοῦ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς συμπατριῶτες του εἶχαν περάσει ἀπὸ τὴ Δράμα, ὅπως π.χ. ὁ Διονύσιος ὁ Α¢, ὁ ὁποῖος θεωρεῖται δεύτερος κτίτωρ τῆς μονῆς τῆς Εἰκοσιφοινίσσης, ὁ Γρηγόριος ὁ Ε¢, ὁ ὁποῖος κατέφυγε στὴν ἴδια μονή, ὁ μητροπολίτης Δράμας ᾿Αθανάσιος (1593-1608), ἀλλὰ καὶ πολλοὶ ἄλλοι.
Στὸ ἐξώφυλλο μιᾆς χειρόγραφης λειτουργίας τοῦ 1736 βρίσκουμε μία ἰδιόγραφη σημείωση τοῦ ᾿Ιωσήφ, ποὺ φέρεται ὅτι εἶναι γραμμένη τὸ Μάρτιο τοῦ ἔτους 1800. Στὴ σημείωση αὐτὴ ἀναφέρονται τὰ ὀνόματα ὅλων τῶν προκατόχων τοῦ ᾿Ιωσήφ, ὁ ὁποῖος φαίνεται ὅτι προβαίνει σ᾿ αὐτὴν τὴν ἐνέργεια ἀπὸ σεβασμὸ στὴ μνήμη ὅλων ὅσων ἀρχιεράτευσαν νωρίτερα στὴν ἴδια μητρόπολη καὶ ἰδιαίτερα τῶν συμπατριωτῶν του.
῾Ο ᾿Ιωσὴφ διακρινόταν ἰδιαίτερα γιὰ τὴν μόρφωσή του, τὴν εὐσέβεια καὶ τὴν ἐργατικότητά του. Συνέβαλε μάλιστα οἰκονομικὰ στὴν ἔκδοση διαφόρων ἔργων, ὅπως π.χ. τῆς “᾿Επιτομῆς χρονολογικῆς τῆς Γενικῆς ῾Ιστορίας, ἐκ τῆς Γαλλικῆς εἰς τὴν ἡμετέραν μετενεχθείσης διάλεκτον μετὰ πλείστων σημειώσεων ἐπαυξηθείσης ὑπὸ τοῦ φιλογενοῦς Λάμπρου ᾿Αντωνιάδου, τοῦ ἐκ Μοισίας” καὶ τῆς “Γεωγραφίας” τοῦ Διονυσίου Πύρρου τοῦ Θετταλοῦ, ἡ ὁποία ἐκδίδεται γιὰ πρώτη φορὰ τὸ 1818. ᾿Επίσης προέτρεψε τὸν ὅσιο Νικόδημο τὸν ῾Αγιορείτη στὴ σύνταξη τοῦ Συναξαριστοῦ, ἑνὸς ἔργου τὴν ἔκδοση τοῦ ὁποίου εἶχε ὑποσχεθεῖ νὰ χρηματοδοτήσει. Πράγματι, μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Νικοδήμου, τὸ 1819, ὁ ᾿Ιωσὴφ ἐκπλήρωσε τὴν ὑπόσχεσή του, ἐπιθυμώντας μόνο νὰ παραμείνει μυστικὴ ἡ προσφορά του. Τέλος, ἐνίσχυσε οἰκονομικὰ καὶ τὴ Σχολὴ τῆς γενέτειράς του.
᾿Απὸ τὸ φθινόπωρο πιθανότατα τοῦ 1808-1809 ὁ ᾿Ιωσὴφ μετεῖχε στὴν Πατριαρχικὴ Σύνοδο ὡς μητροπολίτης Δράμας. Κατὰ τὴ διάρκεια αὐτῆς τῆς περιόδου συναντοῦμε τὴν ὑπογραφή του σὲ διάφορα συνοδικὰ ἔγγραφα μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ στὸ ἔντυπο σιγίλλιο τοῦ πατριάρχου Καλλινίκου Ε¢ τὸ 1809, ποὺ συνιστᾆ ὑποταγὴ στὴν ὀθωμανικὴ ἐξουσία τόσο στοὺς μητροπολίτες ὅσο καὶ στοὺς χριστιανούς.
Κατὰ τὸ Νοέμβριο τοῦ 1810 ὁ ᾿Ιωσὴφ μετατέθηκε στὴ Θεσσαλονίκη γιὰ νὰ διαδεχθεῖ τὸν ἀποθανόντα Γεράσιμο. ῾Η μητρόπολη τῆς Δράμας ἦταν μία πτωχὴ ἐκκλησιαστικὴ περιφέρεια σὲ σχέση μὲ τὴ Θεσσαλονίκη· ἔτσι ἡ προαγωγὴ αὐτὴ ἀποτελοῦσε μιὰ πράξη ἀναγνωρίσεως τῆς προσφορᾆς τοῦ ᾿Ιωσήφ.
᾿Απὸ τὴν περίοδο τῆς ποιμαντορίας του στὴ Θεσσαλονίκη διασώζεται μία ἐνθύμηση σ᾿ ἕνα χειρόγραφο τοῦ ΙΕ¢-ΙΣΤ¢ αἰ., ποὺ ἀναφέρεται σὲ κάποια ἐπίσκεψή του στὴ μονὴ Βλατάδων. Σημειώνεται λοιπὸν πὼς “αωιβ¢ (1812) Φεβρουαρίῳ β¢ ἦλθεν ὁ ἅγιος Θεσσαλονίκης κῦρ ᾿Ιωσήφ. ῾Ο γράψας σύγκελλος ῎Ανθιμος”.
᾿Αργότερα, τὸ 1815, σὲ κώδικα τοῦ 1789 ποὺ ἀνῆκε στὸν ἱερὸ ναὸ τῆς Παναγούδας, βρίσκουμε μία σημείωση ποὺ ἀναφέρει ὅτι ἐθεωρήθη ὁ λογαριασμὸς τοῦ ἐπιτρόπου Γ. Πάϊκου κατὰ τὸν ᾿Ιούνιο τοῦ 1815 ἐνώπιον τοῦ ἀρχιερέως· στὸ τέλος ὑπάρχει ὑπογραφὴ τοῦ μητροπολίτη “οὕτως † ὁ Θεσσαλονίκης ᾿Ιωσὴφ ὑποβεβαιοῖ”.
Κατὰ τὰ ἔτη 1819-1821, ὁ ᾿Ιωσὴφ μετεῖχε καὶ πάλι στὴν Πατριαρχικὴ Σύνοδο, αὐτὴ τὴ φορὰ βέβαια ὡς μητροπολίτης Θεσσαλονίκης. ῎Ετσι συναντοῦμε τὴν ὑπογραφή του σὲ ἀρκετὰ συνοδικὰ ἔγγραφα καὶ γράμματα, ὅπως στὴν ἐγκύκλιο τοῦ 1820, τὴν ὁποία ἀπευθύνει ὁ Γρηγόριος ὁ Ε¢ πρὸς τὸ μητροπολίτη, τοὺς ἐπισκόπους καὶ τὸ λαὸ τῆς Θεσσαλονίκης, μὲ σκοπὸ νὰ μὴν παρασυρθοῦν ἀπὸ τὸ κίνημα τοῦ ᾿Αλῆ, ἀλλὰ νὰ παραμείνουν πιστοὶ στὸ Σουλτάνο. ᾿Επίσης, τὸ 1821 ὁ ᾿Ιωσὴφ ὡς συνοδικὸς ὑπογράφει καὶ τὴν ἀφοριστικὴ ἐπιστολὴ τῶν πρωταγωνιστῶν τοῦ ἀπελευθερωτικοῦ ἀγῶνος. Αὐτὲς οἱ ἐνέργειες τοῦ ᾿Ιωσὴφ δὲν πρέπει, ὅπως ἔχει ἀποδειχθεῖ ἀπὸ τὴν ἱστορικὴ ἔρευνα, νὰ ἐκληφθοῦν ὡς προδοτικές, ἀλλὰ νὰ ἑρμηνευθοῦν σὲ συνδυασμὸ μὲ τὸ ὅλο κλίμα τῆς περιόδου καὶ κυρίως μὲ τὸ δύσκολο ρόλο ποὺ εἶχε ἀναλάβει τὸ πατριαρχεῖο ὡς προστάτης τοῦ χριστιανικοῦ πληθυσμοῦ.
Μετὰ τὴν ἔκρηξη τῆς ἐπανάστασης στὶς παραδουνάβιες περιοχές, ὁ πατριάρχης διατάχθηκε διὰ φιρμανίου στὶς 9 Μαρτίου νὰ στείλει στὴν Πύλη κάποιους ἀπὸ τοὺς προκρίτους ἀρχιερεῖς. ῎Ισως ὅμως αὐτὸ νὰ συνέβη ὅταν γνωστοποιήθηκε στὸ Σουλτάνο ἡ ἐξέγερση τῆς Πελοποννήσου, ὁπότε καὶ τοῦ ζητήθηκαν συγκεκριμένα πρόσωπα, διαφορετικὰ θὰ ὄφειλε νὰ θέσει καὶ τὸν ἑαυτό του στὴν ὁμάδα τῶν ἀποσταλέντων ἀρχιερέων στὴν Πύλη.
Μάλιστα οἱ συλλήψεις τῶν ἀρχιερέων πρέπει νὰ ἔγιναν σταδιακά· πρῶτος πρέπει νὰ συνελήφθη καὶ νὰ φυλακίσθηκε ὁ ᾿Εφέσου Διονύσιος, ἀφοῦ δὲν συναντοῦμε τὴν ὑπογραφή του σὲ κανένα ἀπὸ τὰ πατριαρχικὰ ἔγγραφα ποὺ ἀποκηρύσσουν τὸ κίνημα. Μετὰ ἀκολούθησαν ὁ Νικομηδείας ᾿Αθανάσιος καὶ ὁ ᾿Αγχιάλου Εὐγένιος ποὺ θανατώθηκαν μαζὶ μὲ τὸν πατριάρχη Γρηγόριο τὸν Ε¢. Μετὰ τὴν 10η ᾿Απριλίου ἢ κατ᾿ αὐτὴν συνελήφθησαν καὶ φυλακίσθηκαν στὸ Φοῦρνο τοῦ Μποσταντζήμπαση ὁ Δέρκων Γρηγόριος, ὁ Τυρνόβου ᾿Ιωαννίκιος, ὁ ᾿Αδριανουπόλεως Δωρόθεος καὶ ὁ Θεσσαλονίκης ᾿Ιωσήφ. ῾Η φυλάκιση τῶν ἀρχιερέων διήρκεσε γιὰ ἀρκετὸ χρονικὸ διάστημα. Στὶς 27 Μαΐου, ὅταν ὁ Σουλτάνος πληροφορήθηκε τὴν πυρπόληση τοῦ τουρκικοῦ δικρότου στὴ Λέσβο διέταξε πρὸς ἀντεκδίκηση τὴ θανάτωση τῶν φυλακισμένων. ῎Ετσι, στὶς 3 ᾿Ιουνίου τὰ θύματα μαζὶ μὲ τὸ δήμιό τους μεταφέρθηκαν στὴν εὐρωπαϊκὴ παραλία τοῦ Βοσπόρου γιὰ νὰ ἐκτελεσθοῦν. Πρῶτος ἀπαγχονίσθηκε ὁ Τυρνόβου ᾿Ιωαννίκιος στὸ ᾿Αρναούτκιοϊ, μετὰ ὁ ᾿Αδριανουπόλεως στὸ Μεγάλο Ρεῦμα, τρίτος ὁ ᾿Ιωσὴφ στὸ Νεοχώρι καὶ τέλος ὁ Δέρκων στὰ Θεραπειά. ῾Η παράδοση διατηρεῖ κάποιες λεπτομέρειες ἀναφερόμενες στὸ τέλος τῶν μητροπολιτῶν, οἱ ὁποῖες ὅμως πιθανότατα πηγάζουν ἀπὸ τὴ φαντασία καὶ τὸ θαυμασμὸ τῶν ἁπλῶν χριστιανῶν.
Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ ᾿Ιωσὴφ ἡ περιουσία του δημεύθηκε καὶ ἔτσι στερήθηκε καὶ ἡ Σχολὴ τῆς πατρίδας του τὴν οἰκονομικὴ ἐνίσχυση ποὺ δεχόταν ἀπὸ αὐτόν. Τὸν ᾿Ιούλιο τοῦ ἴδιου ἔτους στὸ μητροπολιτικὸ θρόνο τῆς Θεσσαλονίκης μετατέθηκε ὁ Αἴνου Ματθαῖος, ὁ ὁποῖος παρέμεινε μέχρι τὸ 1824.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Γριτσόπουλος, Τ., “῾Ο ἐθνομάρτυς Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης ᾿Ιωσὴφ Δαλιβήρης ὁ ἀπὸ Δράμας”, Μακεδονικὰ 4 (1955-60) 470-494. ῾Ο ἴδιος, “᾿Ιωσήφ. Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης”, ΘΗΕ 7 (1965) 128-129. ῾Ο ἴδιος, “Θεσσαλονίκης ᾿Ιωσήφ, ὁ ἐθνομάρτυς (1797-1821)· ῾Η εἰς τὴν γενέτειραν Δημητσάναν ἱδρυθεῖσα προτομή του”, ΓΠ 43 (1960) 469-470. Διονύσιος (Κυράτσος), Μητροπολίτης Δράμας, ῾Ιστορία τῆς ῾Ιερᾆς Μητροπόλεως Δράμας, Δράμα 1995, σσ. 90, 95-115. Χρυσοστόμου, Γ., “Οἱ ἅγιοι τῆς Θεσσαλονίκης”, στὸ Χαριστήριον τῷ Παναγιωτάτῳ Μητροπολίτῃ Θεσσαλονίκης κ.κ. Παντελεήμονι τῷ δευτέρῳ ἐπὶ τῇ συμπληρώσει εἰκοσαετοῦς ἐν Θεσσαλονίκῃ ποιμαντορίας (1974-1994), Θεσσαλονίκη 1994, σ. 930. Μ.Β. |