ΙΩΣΗΦ ὁ ΣΤΟΥΔΙΤΗΣ,
ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ὑμνογράφος,
ἅγιος (762-832)
ΒΙΟΣ
᾿Επειδὴ δὲν ὑφίσταται γι᾿ αὐτὸν ἰδιαίτερη βιογραφία, ἐνῶ τὸ Συναξάριό του εἶναι βραχύτατο καὶ ὄχι πολὺ ἀκριβές, τὶς πληροφορίες περὶ αὐτοῦ πρέπει νὰ συναγάγουμε ἀπὸ ἔμμεσες πηγές, ὅπως εἶναι ὁ Βίος τοῦ ἀδελφοῦ του Θεοδώρου, καὶ ἀπὸ τοὺς χρονογράφους τῆς ἐποχῆς.
᾿Αδελφὸς τοῦ Θεοδώρου Στουδίτη, ἐγεννήθηκε λίγα χρόνια ἔπειτα ἀπὸ αὐτόν, τὸ 762, σὲ μία εὐγενῆ καὶ εὐσεβῆ οἰκογένεια, ποὺ εἶχε ἄλλα δύο παιδιά, τὸν Εὐθύμιο καὶ τὴ νεώτερη Θεοκτίστη. ῾Ο πατέρας τους Φωτεινὸς ἦταν ἀνώτερος ἐφοριακὸς ὑπάλληλος, ἡ δὲ μητέρα τους Θεοκτίστη ἦταν ἀδελφὴ τοῦ Πλάτωνος, ὁ ὁποῖος ἐπρόκειτο νὰ καταστῆ διάσημος ὡς θεμελιωτὴς τῆς μονῆς Συμβόλων στὴ Βιθυνία, καὶ ἀργότερα ἄλλων μοναστηριῶν, ἀλλὰ καὶ ὡς μοναστικὸς ἡγέτης γεμᾆτος σοφία καὶ ἀρετή. Συνεμερίσθηκε μὲ τὸν Θεόδωρο τὶς περιπέτειές του λόγω τῶν πολιτικῶν καὶ ἐκκλησιαστικῶν περιστάσεων.
Σταθμὸ στὴν ἱστορία τῆς οἰκογενείας ἀπετέλεσε ἡ ἐπὶ Λέοντος Δ¢ κατάπαυσις τοῦ διωγμοῦ κατὰ τῶν εἰκονοφίλων (775). Τότε, μαζὶ μὲ πλῆθος μοναχῶν ποὺ ἐπέστρεφαν στὴν πρωτεύουσα, εὑρισκόταν καὶ ὁ Πλάτων, ὁ ὁποῖος ἐκίνησε τὸ ἐνδιαφέρον ὅλων τῶν μελῶν τῆς οἰκογενείας τῆς ἀδελφῆς του πρὸς τὸν μοναχικὸ βίο. Τὸ 780 διένειμαν μέρος τῶν ἀγαθῶν τους, ἀπελευθέρωσαν τοὺς ὑπηρέτες των καὶ ἀποσύρθηκαν, ἡ μὲν Θεοκτίστη μὲ τὴν κόρη της σ᾿ ἕνα μοναστήρι τῆς Πόλεως, ὁ δὲ πατέρας μὲ τὰ ἀγόρια στὸ κτῆμα ποὺ εἶχε στὸ χωρίο τῆς Βιθυνίας Σακκουδίων, ὅπου ὑπὸ τὴν ἡγεσία τοῦ Πλάτωνος συστήθηκε μοναστήρι ποὺ μετατράπηκε σὲ σπουδαῖο μοναστικὸ κέντρο. Τὴν ἡγεσία του τὸ 794 ἀνέλαβε ὁ Θεόδωρος μετὰ τὴν παραίτησι τοῦ Πλάτωνος γιὰ λόγους ὑγείας, ἀλλ᾿ αὐτὸς δὲν ἐπρόλαβε νὰ ἐπιφέρη τὴν κοινοβιακὴ μεταρρύθμισι, διότι κατὰ τὸν χρόνο τῆς ἐμφανίσεως τοῦ λεγομένου μοιχειανοῦ ζητήματος παρουσιάσθηκε ὡς ἑστία τῆς ἀντιστάσεως τῆς ζηλωτικῆς κινήσεως κατὰ τοῦ γάμου τοῦ νεαροῦ αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου ς¢ μὲ τὴν αὐλικὴ Θεοδότη, ἡ ὁποία ἦταν καὶ ἐξαδέλφη τοῦ ᾿Ιωσὴφ μάλιστα. ῾Η μονὴ καταδιώχθηκε καὶ διαλύθηκε, ἐνῶ ὁ ᾿Ιωσὴφ μαζὶ μὲ τὸν Θεόδωρο ἀποστάλθηκαν στὶς φυλακὲς τῆς Θεσσαλονίκης τὸ 795.
Μετὰ τὴν ἀπομάκρυνσι τοῦ Κωνσταντίνου ἀπὸ τὴν ἐξουσία καὶ τὴν ἐπικράτησι τῆς μητέρας του Εἰρήνης οἱ ζηλωταὶ ἐπῆραν ἱκανοποίησι. ῾Ο ᾿Ιωσήφ, ἐλεύθερος πλέον, μετέβηκε μὲ τὸν ἀδελφό του στὴ μονὴ Σακκουδίωνος, ἀλλὰ λόγω τῶν ἀραβικῶν ἐπιδρομῶν μετέφεραν τὴ δραστηριότητά τους στὴν Κωνσταντινούπολι, ὅπου τοὺς παραχωρήθηκε ἡ ἡμιέρημη λόγω τῶν εἰκονομαχικῶν ἐρίδων μονὴ Στουδίου, τὴν ὁποία ὡς ἡγούμενος ἀναδιωργάνωσε ὁ Θεόδωρος καὶ κατέστησε τὸ εὐρωστότερο μοναχικὸ ἵδρυμα τοῦ Βυζαντίου καὶ μέγα κέντρο τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ βίου καὶ τῆς παιδείας.
Τέλη τοῦ 806 ἢ ἀρχὲς τοῦ 807 ἐκλέχθηκε μητροπολίτης Θεσσαλονίκης μὲ τὴν ὑποστήριξι τοῦ πατριάρχη Νικηφόρου, ἀλλὰ παρέμεινε ἐκεῖ μόνο γιὰ λίγον χρόνο, διότι κατὰ τὴν ἐπανεμφάνισι τοῦ θέματος τοῦ ἱερέως ποὺ εἶχε ἱερολογήσει τὸν γάμο τοῦ Κωνσταντίνου οἱ ἀδελφοὶ ἐτάχθηκαν ἐναντίον τῆς συμβιβαστικῆς πολιτικῆς τοῦ πατριάρχη, γι᾿ αὐτὸ καὶ ὑποχρεώθηκαν νὰ περιορισθοῦν στὶς πριγκηποννήσους χωριστὰ (809). ῾Ο ᾿Ιωσὴφ κατὰ τὴν ἄνοδο στὸν θρόνο τοῦ Μιχαὴλ Ραγκαβὲ (811) ἀφέθηκε ἐλεύθερος, συνειργάσθηκε ὁμαλῶς μὲ τὸν πατριάρχη καὶ εἶναι πιθανό, ἀλλ᾿ ὄχι βέβαιο, ὅτι ἀποκαταστάθηκε στὴν ἕδρα του, ἂν καὶ κατὰ τὸν νέο διωγμὸ ἀπὸ τὸν Λέοντα Ε¢ (815) εὑρισκόταν στὸν ῎Ολυμπο τῆς Βιθυνίας.
Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Λέοντος Ε¢, τὸ 820, ἀφέθηκε ἐλεύθερος, ἀλλὰ δὲν τοῦ ἐπιτράπηκε οὔτε στὴν ἕδρα του στὴ Θεσσαλονίκη νὰ ἐπιστρέψη οὔτε στὴν Κωνσταντινούπολι νὰ ἐγκατασταθῆ. ᾿Επέθανε τὴν 15 ᾿Ιουλίου. Τὰ λείψανά του μετακομίσθηκαν ἐπὶ πατριαρχίας Μεθοδίου τὸ 844 στὴν Κωνσταντινούπολι καί, ὅπως τὰ τοῦ ἀδελφοῦ του Θεοδώρου, κατατέθηκαν στὴ μονὴ Στουδίου δίπλα στὰ τοῦ θείου του Πλάτωνος.
Τιμᾆται κατὰ τὰ παλαιὰ μηνολόγια τὴν 15 ᾿Ιουλίου, ἐπέτειο τοῦ θανάτου του, κατὰ τὰ νεώτερα τὴν 14 ᾿Ιουλίου, χωρὶς ἀκολουθία, ἀλλὰ μὲ ἕνα δίστιχο καὶ βραχὺ συναξάριο ἱστορικῶς ἀνακριβές.
ΟΜΙΛΙΕΣ
Οἱ σωζόμενες ὁμιλίες τοῦ ᾿Ιωσήφ, ἂν καὶ ὀλίγες, εἶναι ἐκλεκτὲς σὲ ὕφος καὶ περιεχόμενο. ῎Ερχονται πρῶτα οἱ δύο πανηγυρικοὶ στοὺς πάτρωνες τῆς μητροπολιτικῆς του ἕδρας Εἰς ἅγιον Δημήτριον τὸν πολιοῦχο καὶ Εἰς ἅγιον Νέστορα τὸν μαθητή του, ποὺ ἐκφωνήθηκαν κατὰ τὸν χρόνο τῆς παραμονῆς του στὴν πόλι. ᾿Απὸ τὶς δύο ὁμιλίες του Εἰς τὸν Σταυρὸν καὶ τὴν νηστείαν, ἡ μὲν πρώτη, “Σταυροῦ ἑορτὴ πρόκειται”, παραδίδεται καὶ ὑπὸ τὸ ὄνομα τοῦ ᾿Ιωάννη Χρυσοστόμου, ὄχι βέβαια ὀρθῶς, ἡ δὲ δευτέρα, “Πάλιν ἡμῖν”, παραμένει ἀνέκδοτη.
Δὲν ἀνήκουν στὸν Στουδίτη ᾿Ιωσὴφ οἱ ἀμφιβαλόμενες ὁμιλίες Εἰς τὸν Λάζαρον, Εἰς τὰς μυροφόρους ποὺ εἶναι τοῦ ᾿Ιωάννη Α¢ Θεσσαλονίκης, ἂν καὶ φέρεται ἐπίσης ὑπὸ τὸ ὄνομα τοῦ ᾿Ιωάννη Χρυσοστόμου, καὶ Εἰς τὸν Βαρθολομαῖον, ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸν ᾿Ιωσὴφ ῾Υμνογράφο.
ΥΜΝΟΓΡΑΦΙΚΑ
Σώζεται ἰδιαίτερο Τριώδιο τῆς μονῆς τοῦ Στουδίου χαρακτηριζόμενο ὡς “ποίημα τοῦ ᾿Ιωσὴφ καὶ Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου τῶν αὐταδέλφων” (Cod. Vat. gr. 786). Περιέχει διπλὰ τριώδια καὶ ἐνίοτε τετραώδια στὶς καθημερινὲς τῆς ἑβδομάδος τῆς Τυρινῆς καὶ τῆς Τεσσαρακοστῆς μέχρι τοῦ Σαββάτου τοῦ Λαζάρου, κατὰ τὸ παράδειγμα Κοσμᾆ τοῦ Μελωδοῦ, ὁ ὁποῖος εἶχε συνθέσει ὀλιγοωδίους κανόνες στὶς ἡμέρες τῆς Μεγάλης ῾Εβδομάδος. Σώζονται δὲ σ᾿ αὐτὲς τὶς ἡμέρες, ὅπως καὶ τοῦ Θεοδώρου, πολυάριθμα προσόμοια, πιθανῶς καὶ ἰδιόμελα, ποὺ φέρουν ἐπιγραφὴ “Ποίημα τοῦ Κυρίου ᾿Ιωσήφ” ἢ “Ποίημα ᾿Ιωσὴφ Θεσσαλονίκης”.
Οἱ Κανόνες του στὴν Κυριακὴ τοῦ ᾿Ασώτου καὶ τὴν Παρασκευὴ τῆς Τυρινῆς εἶναι πλήρεις ὀκταώδιοι. ῾Ο πλήρης ὅμως ὀκταώδιος κανὼν στὴν Παρασκευὴ τῆς Τετάρτης ῾Εβδομάδος, ποὺ φέρει τὴ συνήθη ἰαμβικὴ ἀκροστιχίδα τοῦ ᾿Ιωσὴφ ῾Υμνογράφου, στὸ τέλος της δὲ τὸ ὄνομα ᾿Ιωσήφ, ἀνήκει ἀναμφιβόλως στὸν Σικελιώτη, ἐφ᾿ ὅσον μάλιστα καὶ γι᾿ αὐτὴν τὴν ἡμέρα ὑπάρχουν τὰ δύο τριώδια τῶν αὐταδέλφων.
Οἱ Κανόνες τῶν δύο ἀδελφῶν στὸ Πεντηκοστάριο, οἱ ὁποῖοι εἰσήχθηκαν στὸν κώδικα τοῦ Στουδίου γιὰ τὸ Τριώδιο, ποὺ περιελάμβανε τότε καὶ τὸ Πεντηκοστάριο, δὲν ἔγιναν δεκτοὶ στὰ γενικὰ βιβλία τῆς ᾿Εκκλησίας, ἀλλὰ περισώθηκαν στὰ βιβλία τῆς Κρυπτοφέρρης. ῎Ετσι σὲ ὅλες τὶς ἡμέρες τῆς Διακαινησίμου ὑπάρχουν πλήρεις ἐννεαώδιοι κανόνες διπλοί, ἀπὸ ἕνα τοῦ ᾿Ιωσὴφ καὶ τοῦ Θεοδώρου. ᾿Επὶ πλέον τοῦ ᾿Ιωσὴφ ὑπάρχουν ὀκταώδιοι κανόνες στὶς Κυριακὲς τοῦ Παραλύτου, τῆς Σαμαρείτιδος καὶ τοῦ Τυφλοῦ, τὴν Τετάρτη τῆς ς¢ ῾Εβδομάδος τῆς Πεντηκοστῆς καὶ τὴν ᾿Ανάληψι.
Οἱ Κανόνες τοῦ ᾿Ιωσὴφ Στουδίτη δὲν ἔχουν γενικὴ ἀκροστιχίδα, πλὴν τῆς θ¢ ὠδῆς, ὅπου σχηματίζεται ἁπλῶς τὸ ὄνομα ΙΩΣΗΦ, μὲ ἐξαίρεσι τὸν κανόνα τῆς ᾿Αναλήψεως, στὸν ὁποῖο σχηματίζεται ἀλφαβητικὴ ἀκροστιχίς, στὶς ὠδὲς δὲ η¢ καὶ θ¢, ἡ φράσις ΩΔΗ ΙΩΣΗΦ· κατὰ τοῦτο μάλιστα διαφέρουν ἀπὸ τοὺς κανόνες τοῦ Σικελιώτη ᾿Ιωσήφ, ποὺ ἔχουν στὴν ἀρχὴ ἰαμβικὴ ἀκροστιχίδα καὶ στὴν θ¢ ὠδὴ τὸ ὄνομα ΙΩΣΗΦ. ῎Ετσι διευκρινίζεται ὅτι ὁ ᾿Ιωσὴφ Στουδίτης μόνο τοὺς σ᾿ αὐτὸν ἐπιγραφομένους κανόνες, πλήρεις ἢ ἐλλιπεῖς, τοῦ Τριωδίου καὶ τοῦ Πεντηκοσταρίου συνέθεσε, ἐνῶ οἱ ἄλλοι κανόνες ποὺ φέρουν τὸ ὄνομα ᾿Ιωσὴφ ἀνήκουν στὸν Σικελιώτη ὑμνογράφο.
῾Ο ᾿Ιωσὴφ Θεσσαλονίκης, λόγω τῆς συνδέσεώς του μὲ τὴν Στουδίου καὶ τῆς κυρίας ἐνασχολήσεώς του μὲ τὸ Τριώδιο ὑπερτονίζει τὸ στοιχεῖο τῆς ἁμαρτωλότητος, τῆς μετανοίας καὶ τῆς νηστείας, ἂν καὶ τελικῶς ἡ προοπτικὴ εἶναι αἰσιόδοξη.
῾Η καλλίστη νηστεία τρέφει καρδίας,
πιαίνουσα λογισμοὺς θεαρέστους
καὶ παθῶν ἄβυσσον ἀποξηραίνουσα·
ὄμβροις κατανύξεως ἀποκαθαίρει
τοὺς πίστει αἴνεσιν προσάγοντας
τῷ Παντοκράτορι.
Τὸ 818 ὁ ᾿Ιωσὴφ ἔγραψεν ἰάμβους κατὰ τῶν εἰκονομάχων, τοὺς ὁποίους ἐξόριστος ὄντας ἀπέστειλε πρὸς τὸν σὲ ἄλλον τόπο ἐξόριστο ἀδελφό του Θεόδωρο· ἀλλ᾿ αὐτός, ὅπως δηλώνει, δὲν τοὺς ἔλαβε.
Μιὰ σειρὰ κοντακίων ποὺ φέρονται ὑπὸ τὸ ὄνομα ᾿Ιωσὴφ δὲν εἶναι τοῦ Στουδίτη, ἀλλὰ τοῦ Σικελιώτη, ὅπως συνάγεται ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ἕνα ἀπὸ αὐτὰ εἶναι ἀφιερωμένο στὸν Γρηγόριο Δεκαπολίτη, ὁ ὁποῖος ὄχι μόνο ἦταν διδάσκαλος τοῦ Σικελιώτη ᾿Ιωσήφ, ἀλλὰ καὶ ἐπέθανε μετὰ τὸν Στουδίτη, ὁ ὁποῖος ἔτσι δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ τοῦ ἀφιερώση κοντάκιο.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Gretser, J., Opera omnia de Sancto Cruce I, Ingolstadt 1616, 1199-1207. II, 1734, 85-88, Εἰς Σταυρόν. Arsenij, F., Μόσχα 1889, εἰς ἅγιον Δημήτριον. Ioannou, P., Anal. Boll. 65 (1947) 134-138, εἰς Βησσαρίωνα. Petit, L., "Les évêques de Thessalonique", ÅO 4 (1900-1901) 216. Pargoire, J., "Les oeuvres de Saint Joseph de Thessalonique", ÅO 9 (1907) 207-210. Van de Vorst, C., "La translation de Saint Théodore Studite et de Saint Joseph de Thessalonique", Anal. Boll. 32 (1913) 27-62. Τρεμπέλας, Π., ᾿Εκλογὴ ἑλληνικῆς ὀρθοδόξου ὑμνογραφίας, σσ. 219-231. Εὐστρατιάδης, Σ., “᾿Ιωσὴφ ὁ Στουδίτης ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης”, Μακεδονικὰ 2 (1941-1952) 25-88, μετὰ ὑμνογραφικῶν κειμένων. Φυτράκης, Α., ᾿Ιωσὴφ ὁ ὑμνογράφος καὶ ᾿Ιωσὴφ ὁ Στουδίτης, ᾿Αθῆναι 1970. Τωμαδάκης, Εὐτ., ᾿Ιωσὴφ ὁ ῾Υμνογράφος. Βίος καὶ ἔργον, ᾿Αθῆναι 1971, πολλαχοῦ. Χρήστου, Π. Κ., Πατρολογία Ε¢, σσ. 681-684. Π.Χ. |