Ιερά Μητρόπολη Θεσσαλονίκης
Αρχική Σελίδα Επικοινωνία Χρήσιμες Συνδέσεις Χάρτης Πλοήγησης Γλωσσάριο
 website clocks
αναζήτηση    
Υποδοχή του Άρραφου Χιτώνα του Χριστού στον ιερό ναό αγίου Δημητρίου Πολιούχου Θεσσαλονίκης στις 14-4-2024

ΙΩΑΝΝΗΣ Α

ΙΩΑΝΝΗΣ Α¢, ἀρχιεπί­σκο­πος Θεσσαλονίκης,

συγγραφεύς, ἅγιος (± π. 625)



῍Αν καὶ ἡ συγγραφική του ἐπίδοσις καὶ ἡ ἄλλη δρα­στηριότης του παρουσιάζεται καὶ μαρτυρεῖ ὅτι πρόκειται περὶ ἐξαίρετης προσωπικότητος, πολὺ λίγα στοιχεῖα εἶναι γι᾿ αὐτὸν γνωστά, πέρα ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ προ­έρχονται ἀπὸ τὰ δικά του κείμενα. ᾿Απὸ τὸ α¢ βιβλίο τῶν Διη­γή­σεων τῶν Θαυμάτων τοῦ ἁγίου Δημητρίου, τοῦ ὁποίου εἶ­ναι συγ­γρα­φεύς, συν­άγε­ται ὅτι ὡς νεαρὸς κληρικὸς μετέσχε ἐνερ­γῶς στὴν ἀπόκρου­σι δύο ἐπιδρομῶν τῶν ᾿Αβαροσλάβων ἐναν­τίον τῆς Θεσσα­λονίκης, τὸ 597 καὶ τὸ 603 ἢ 609 (Θαῦ­μα Α 14 καὶ Α 12), ἐπὶ ἀρχιερατείας τοῦ Εὐσεβίου. Παρόμοια δρα­στηριότητά του, κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἀρχι­ερατείας αὐτοῦ τοῦ ἰδίου, ἀνα­φέρει ὁ συνεχιστής του συν­τάκτης τοῦ β¢ βι­βλίου τῶν Διη­γήσεων τῶν Θαυμάτων, σὲ δυὸ περιπτώσεις σλα­­βι­κῶν ἐπιθέ­σεων, ποὺ πρέπει νὰ τοπο­θετηθοῦν στὰ ἔτη 615 καὶ 618 περίπου.

῾Ο ᾿Ιωάννης διαδέχθηκε στὴν ἕδρα τῆς Θεσσαλονίκης τὸν Εὐσέβιο, ποὺ εἶναι γνωστὸς ἀπὸ ἕνα σημαντικὸ ση­μεί­ω­μα τοῦ Φωτίου, μία ἐπιστολὴ τοῦ πάπα Γρηγορίου τοῦ Με­γάλου, ἀπὸ τὸ σύγγραμμά του Δέκα Λόγοι κατὰ ᾿Ανδρέ­ου ᾿Εγκλεί­στου καὶ ἀπὸ τὶς φευγαλέες ἀναφορὲς στὶς Διη­γήσεις τῶν Θαυ­μάτων. Τὰ περισσότερα ἀπὸ τὰ περιγραφό­μενα θαύ­ματα στὶς Διηγήσεις πραγματοποιήθηκαν κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἀρχιερατείας τοῦ Εὐσεβίου, ποὺ πιθανῶς πρέ­πει νὰ το­πο­­θε­τη­θῆ στὰ ἔτη 590-610.

Δὲν μπορεῖ νὰ καθορισθῆ μὲ ἀκρίβεια ὁ χρόνος ἀρ-χιερατείας τοῦ ᾿Ιωάννη Α¢, ἀλλὰ χωρὶς ἀμφιβολία περιλαμ­βά­νεται στὰ ἔτη 610-625, μὲ πολλὴ πιθανότητα τῆς ἐπε­κτάσεώς της κατὰ πέντε ἔτη στὴν ἀρχὴ καὶ ἄλλα τόσα στὸ τέ­λος, 605-630. ῞Ενα μῆνα μετὰ τὸν θάνατό του συνέβηκε στὴν πόλι τρομερὸς σεισμός, ποὺ ὅμως δὲν εἶχε ἀντιστοί­χως κατα­στρεπτικὲς συνέπειες. Τὸν σεισμὸ εἶχε προβλέψει ὁ ᾿Ιω­άννης καὶ εἶχε παρακαλέσει μάλιστα τὸν Θεὸ νὰ μὴ συμβῆ ἐπὶ τῆς ζωῆς του, ὅπως καὶ ἔγινε.

Τὰ σωζόμενα δείγματα τῆς συγγραφικῆς παραγωγῆς τοῦ ᾿Ιωάννη εἶναι ἐξαίρετα. Πρῶτο μεταξύ τους εἶναι φυσι­κὰ οἱ Διηγήσεις Θαυμάτων τοῦ ἁγίου Δημητρίου, καὶ συγ­κε­κρι­μένως τὸ πρῶτο βιβλίο τους, ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ δεκα­τρεῖς ἐκθέσεις κατανεμημένες σὲ δεκαπέντε λόγους ἢ κεφά­λαια. Οἱ ἐκθέσεις ἐκφωνήθηκαν ἀρχικὰ ὡς ὁμιλίες, ὅπως συν­άγεται ἀπὸ πλῆθος ἐνδείξεων ποὺ εἶναι κατά­σπαρτες σὲ ὅλο τὸ κείμενό τους. ῞Οταν ἐτελείωσε ἡ σειρὰ τῶν ὁμιλιῶν, ποὺ ἀρχικὰ μπο­ρεῖ νὰ συμπεριελάμβανε περισ­σότερα τεμάχια ἀπὸ ὅσα σώζον­ται, πραγματοποιήθηκε ἡ σύνδεσίς των σὲ μία συγ­γραφικὴ ἑνό­τη­τα μὲ ὀλίγες διαφο­ροποιήσεις, ὁπότε εἰσήχθη­καν ὁ πρό­λογος, ἡ ἀρίθμησις, ὁ γενικὸς τίτλος καὶ οἱ ἐπὶ μέρους τίτλοι. Τὰ κεφάλαια 13-15, ποὺ ἐκθέτουν ἕνα πολυ­σύνθετο θαῦμα κα­τὰ τὴ διάρ­κεια μιᾆς πολιορκίας, πρέπει νὰ ἐκφωνήθηκαν ὡς ἑνιαῖο σύνολο, ἂν καὶ πολὺ ἐκτενές.

Δὲν εἶναι πιθανὸ νὰ πρόκειται γιὰ σειρὰ ἐτησίων ὁμι­λιῶν ποὺ ἐκφωνήθηκαν ἀνὰ μία κατὰ τὴν ἑορτὴ τοῦ ἁγίου Δη­μη­τρίου, δηλαδὴ σὲ δέκα τρία ἔτη, ἀλλὰ πρό­κειται μᾆλλον γιὰ ἔκτακτη σειρά, μὲ τὴν ὁποία ὁ συγγρα­φεὺς θέλησε νὰ ἐγκαι­νιάση τὴ σταδιοδρομία του στὸν ἀπο­στολικὸ θρόνο αὐ­τῆς τῆς πόλεως. Μπορεῖ λοιπὸν σὲ τρεῖς ἢ τέσσερις ὁμάδες νὰ ἐκφωνήθηκαν κατὰ τὰ πρῶτα ἔτη τῆς ἀρχιερατείας του στὶς ἡμέρες τῶν προεορτίων τῆς 26 ᾿Οκτωβρίου.

῾Η γλῶσσα τοῦ κειμένου τούτου εἶναι ὄχι μόνο ὁμα­λή, ἀλλὰ καὶ σημαντικὰ ὑψηλότερη ἀπὸ τῶν ἄλλων ἁγιο­λογι­κῶν κειμένων τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, ἐνῶ στὰ καθαρῶς ὁμιλη­τικὰ κεί­μενα εἶναι ἀκόμη κομψότερη.

῾Ο σκοπὸς τοῦ κειμένου καθορίζεται ἀπὸ τὸ ἀντικεί­μενό του· ὁ ᾿Ιωάννης λέγει ὅτι σκοπός του εἶναι νὰ τονίση ἕνα ὕμνο στὸν Θεὸ καὶ μία δοξολογία γεμάτη κατάνυξι γιὰ ὅσα ἔχει δωρίσει σὲ τούτη τὴν θεοφύλακτη καὶ φιλόχριστη καὶ φι­λο­μάρ­τυρα πόλι τῆς Θεσσαλονίκης, ἕνα τεῖχος δηλαδὴ ἄσειστο νοητό, ὀχύρωμα ἀκαταγώνιστο ἀπέναντι στοὺς δαί­μονες καὶ τοὺς βαρβάρους, γαλήνιο καταφύγιο ἀπὸ τὶς βιω­τικὲς τρικυ­μίες, αἰώνιο φυλακτήριο τῶν σωμάτων καὶ τῶν ψυχῶν· τὸν Πανάγιο Δημήτριο. ᾿Ιδιαιτέρως βέβαια σκοπὸς τοῦ ᾿Ιωάννη εἶναι νὰ διηγηθῆ τὰ θαύματα τοῦ ἀθλοφόρου Δημητρίου ὑπὲρ τῆς πόλεως, γιὰ νὰ παραστήση στὴ φιλό­θεη ἀκοὴ τῶν ἀκρο­ατῶν, ὅτι ἡ σωτηρία προῆλθε τότε στὴν πόλι ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ὄχι ἀπὸ ἀλλοῦ, καὶ νὰ διεγείρη τὶς διάνοιες ὅλων πρὸς τὴ θεία κατάνυξι, τὴ θεάρεστη ἐξομο­λόγησι καὶ τὴ συνεχῆ εὐχα­ριστία πρὸς τὸν ἀθλοφόρο. Εἶναι λοιπὸν σκοπὸς τῶν διηγή­σεων τούτων ἡ δοξολογία πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ἡ εὐχαριστία πρὸς τὸν ἀθλοφόρο Δημήτριο, ἡ ἀνά­πτυξις τῆς εὐλαβείας τῶν πο­λι­τῶν πρὸς τὸν πολιοῦχο τους καὶ γενικώτερα ἡ ἠθικὴ καὶ πνευ­ματικὴ οἰκοδόμησίς των.

᾿Εφ᾿ ὅσον τὰ περισσότερα θαύματα ποὺ περιγράφον­ται σ᾿ αὐτὸ τὸ κείμενο εἶναι πολιουχικά, δηλαδὴ ἐνεργοῦν­ται ἀπὸ τὸν Δημήτριο μὲ τὴν ἰδιότητά του ὡς προστάτη τῆς Θεσ­σα­λο­νίκης, εἶναι εὔλογο ὅτι ἅπτονται τῆς ἱστορίας τῆς πόλε­ως, ἀλλ᾿ οἱ Διηγήσεις δὲν πρέπει νὰ χαρακτηριστοῦν ὡς ἱστο­ρικὰ κεί­με­να. ῾Ο ᾿Ιωάννης δὲν ἐνδιαφέρεται γιὰ τὴν ἱ­στορικὴ ἀκρί­βεια, ἀλλὰ γιὰ τὴν ἱστορικὴ πλαισίω­σι τῶν θαυ­ματουρ­γιῶν τοῦ ἁγίου Δημητρίου. Γι᾿ αὐτὸ τὰ ἱστορικὰ στοι­χεῖα τους πρέπει νὰ ἀξιολογοῦνται καὶ νὰ ἀξιοποιοῦν­ται μὲ περίσκε­ψι. Πολυάριθμες εὐχές του ἔχουν ἐνσωματωθῆ σ᾿ αὐτὲς τὶς Διη­γήσεις καὶ μία ἀπ᾿ αὐτὲς στὴν ἔκθεσι τοῦ συνεχιστοῦ του.

῞Ενα ἰδιαίτερο ᾿Εγκώμιο στὸν ἅγιο Δημήτριο παρα­μέ­νει ἀνέκδοτο κατὰ τὸ πρωτότυπο, ἀλλὰ ἐκδόθηκε πα­λαιο­σλαβικὴ μετάφρασίς του.

῾Η ὁμιλία του Εἰς τὴν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου εἶναι ἀπὸ πολλὲς πλευρὲς ἀξιόλογη, καθ᾿ ὅσον προηγεῖται χρονι­κῶς ὅλων τῶν ἄλλων σωζομένων ἐπὶ τοῦ θέματος ὁμιλιῶν, ἀκόμη καὶ τοῦ ᾿Ανδρέα Κρήτης, τοῦ Γερμανοῦ Κωνσταντι­νουπόλεως καὶ τοῦ Μοδέστου. ῾Η ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως ποὺ εἶχε ἤδη ἐπι­κρατήσει σὲ μερικὲς ᾿Εκκλησίες, ἐπεβλή­θηκε ἐπι­σήμως διὰ δια­τά­γματος τοῦ Μαυρικίου γύρω στὰ 600. Προ­φανῶς ὁ ᾿Ιωάννης ἀποφάσισε πολὺ γρήγορα νὰ εἰσαγάγει τὴν ἑορτὴ καὶ στὴ δική του ἐπαρχία. ῾Η ὁμι­λία εἶναι γεμάτη παραινέσεις ποὺ ἀπευθύνει ἡ Μαρία πρὸς ὅλους σὰν πνευ­ματικὴ μητέρα. ῾Υπάρχουν ἀρκετὲς παραλ­λαγὲς αὐτῆς τῆς ὁμιλίας, τῶν ὁποίων οἱ νοθεῖες ὁμιλοῦν περὶ ἀναλήψεως τῆς Θεοτόκου. Πολὺ ἐνδιαφέρουσα φαίνε­ται μία ἀπ᾿ αὐτὲς ποὺ παραμένει ἀκόμη ἀνέκδοτη.

Στὴν Ζ¢ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο ἀναγνώσθηκε ἕνα χωρίο ἀπὸ τὶς ὁμιλίες του Εἰς τοὺς πειρασμοὺς τοῦ Χριστοῦ στὴν ἔρημο, ὅπου ὁ ᾿Ιωάννης δικαιολογεῖ τὴν εἰκονογράφησι, χά­ρι στὴν ἐνανθρώπησι τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, καὶ τὴν προσκύ­νησι τῶν εἰκόνων· ἀλλὰ τίποτε ἄλλο δὲν σώζεται ἀπὸ αὐτὲς τὶς ὁμι­λίες.

Σώζεται μία ὁμιλία στὶς Μυροφόρους ἀπὸ μιὰ σειρὰ ὁμι­λιῶν Εἰς τὸ πάθος καὶ τὴν ἀνάστασιν, ποὺ ἀναφέρεται στὴ συμφωνία τῶν εὐαγγελιστῶν ἐπὶ τῶν εἰδήσεων περὶ τῆς ἀνα­στά­σεως· φέρεται καὶ ὑπὸ τὸ ὄνομα τοῦ ᾿Ιωσὴφ Θεσ­σα­λο­νίκης, ἀλλὰ ἔχει ἐκδοθῆ ἐπ᾿ ὀνόματι τοῦ ᾿Ιωάννη Χρυ­σο­στό­μου.

῾Ο λόγος Εἰς τὴν ἀποτομὴν ᾿Ιωάννου τοῦ Προδρόμου εἶναι ἀνέκδοτος.

Μιὰ ὁμιλία Εἰς τὴν ῞Υψωσιν τοῦ Σταυροῦ ἀποδίδε­ται ἀπὸ τὸν Πατμιακὸ Κώδικα 380 στὸν ᾿Ιωάννη Θεσσα­λονί­κης, ἀλ­λὰ δὲν μπορεῖ νὰ λεχθῆ μὲ βεβαιότητα ἂν εἶναι τοῦ δικοῦ μας ᾿Ιωάννη ἢ κάποιου ἄλλου ὁμωνύμου, μετα­γενεστέ­ρου, ὅπως εἶναι ὁ ᾿Ιωάννης Β¢ ποὺ μετεῖχε στὶς ἐρ­γασίες τῆς V¢ Οἰ­κουμενικῆς Συνόδου.

῾Ο συνεχιστὴς τῶν Διηγήσεων τῶν Θαυμάτων ὁμιλεῖ ἐπανειλημμένως περὶ ὁσίας μνήμης τοῦ ᾿Ιωάννη καὶ τὸν θεω­ρεῖ ὡς προστάτη τῆς Θεσσαλονίκης, δεύτερον μετὰ τὸν ἅ­γιο Δη­μή­τριο. Καὶ μὲ τὸν τρόπο του κατοχυρώνει τὴν ἁγιό­τητα τοῦ προ­κατόχου του διὰ τῆς ἀναφορᾆς τῆς προ­ορα­τικῆς ἱκα­­νό­τη­τός του. ῾Ο ὅσιος πατήρ μας ᾿Ιωάννης, λέ­γει ὁ συνεχι­στὴς (Θαῦ­μα Β 3, 2) κατὰ θεία ἀποκάλυψι ἔμαθε ὅτι ἐπρό­κειτο νὰ κα­τα­φερθῆ θεήλατος σεισμὸς στὴν πόλι λόγω τῆς ἀμε­τανοησίας μας. Καὶ παρεκάλεσε τὸν Θεὸ νὰ μὴ πρα­γμα­τοποιηθῆ ὁ σεισμὸς ἐν ζωῆ του, ὅπως καὶ συνέβηκε· ὁ σει­σμὸς ἔγινε ἕνα μῆνα μετὰ τὸν θάνατό του.

᾿Επικύρωσις τῆς ἁγιότητος τοῦ ᾿Ιωάννου ἦλθε διὰ τῆς Ζ¢ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (787), στὴν πέμπτη συνεδρίασι τῆς ὁποίας ὁ Νικόλαος Κυζίκου ἐπικαλέσθηκε καὶ ἀνέγνωσε χω­ρίο ἀπὸ τὴν “βίβλον τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν ᾿Ιωάν­νου ἐπι­σκόπου Θεσσαλονίκης”, δηλαδὴ ἀπὸ τὶς ὁμιλίες στοὺς πει­ρα­σμοὺς τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ἀναφέρθηκε παρα­πάνω. ῾Η χει­ρό­γρα­φη ἐπίσης παράδοσις συνοδεύει πάντοτε σχεδὸν τὸ ὄ­νομα μὲ τὸ ἐπίθετο ἅγιος: “Τοῦ ἁγίου ᾿Ιωάννου ἀρχιεπισκό­που Θεσ­σα­λο­νίκης”.

Εἶναι προφανὲς ὅτι ὁ ᾿Ιωάννης Α¢ στὴ Θεσσαλονίκη ἐτιμᾆτο ὡς ἅγιος, ἀλλὰ τὸ ὄνομά του δὲν εἶχε εἰσαχθεῖ στὰ ἁγιολόγια τῶν ἄλλων ᾿Εκκλησιῶν· κι ἂν εἶχε εἰσαχθῆ στὸ τῆς Ρώμης, ποὺ ἕως τὸ 754 ἦταν διοικητικὴ ἀρχὴ τῆς Θεσ­σα­λο­νί­κης, ἐξέπεσε ἀπ᾿ ἐκεῖ μετὰ τὴν ἀπόσπασί της. Σήμε­ρα τὸ ὄνομά του δὲν συμπεριλαμβάνεται στὸ ἐπίσημο ἁγιο­λόγιο τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς Κωνστα­ντι­νουπόλεως.



ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: PG 116, 1204-1324, ἀπὸ AASS Octobris IV. Lemerle, P., Les plus anciens recueils des Miracles de Saint Dé­métrius I, Le texte, Paris 1979. II Commentaire, Paris 1981. ×ñÞ­óôïõ, Ð. Ê., Διηγήσεις Θαυμάτων τοῦ ῾Αγίου Δημητρίου, Θεσσαλονί­κη 1993. Philippidis Braat, Anna, “L’Encômion de Saint Démétrius par Jean de Thessalonique”, TM 8 (1981) 397-414. Ìansi 13, 1648-1656, ἀπόσπασμα ὁμιλίας εἰς Πει­ρασμούς. Combefis, Novum Aucta­rium I, Paris 1648, σσ. 791-821, ὁμιλία εἰς Μυροφόρους. Μέρος αὐτῆς PG 59, 635-644. Wilmart, D., Analecta Regiensia, Va­ticano 1933, 323-357. Wenger, A., L’assomption de la T. S. Vierge dans la tradition byzantine du VIe au Xe s., Paris 1955, σσ. 240-241, 245-256. Makarij, Μηναῖα, τ. 6, Μόσχα 1880, 1944-1959 (ρωσ.). Jugie, M., PO 19 (1926) 374-405, γνησία παραλλαγή, 405-438, νο­θευμένη. Halkin, F., REB 11 (1953) 156-164, ἐπιτομὴ τῆς εἰς τὴν Κοίμησιν. Δουκά­κης, Κ., Αὔγουστος 212-226, εἰς τὴν Κοίμησιν νεοελ­ληνιστί. Gret­zer, I., Opera Omnia II, Ratisbonae 1734, σσ. 85-88, ὁμι­λία εἰς τὸν τίμιον Σταυρόν, νόθος ἀποδιδομένη συνήθως ὑπὸ τῶν κωδίκων εἰς ᾿Ιω­σὴφ Θεσσαλονίκης. Jugie, M., “La vie et les oeuvres de Jean de Thes­sa­lonique” EO 21(1922) 293-307, καὶ PO 19 (1926) 344-374. ῾Ο ἴδιος, “Analyse du discours de Jean de Thessa­lo­nique sur la dormition de la saint Vierge”, EO 22 (1923) 385-387. ῾Ο ἴδιος, “Jean de Thes­salonique”, DTC 8 (1924) 819-826. ῾Ο ἴδιος, La mort et l’assomption de la sainte Vierge, Vaticano 1944, σσ. 139-154. Brou, L., “Restes de l’homélie sur la Dormition de l’arché­vêque Jean de Thessa­lonique dans le plus ancien antipho­nai­re connu”, Archiv für Liturgiewis­sen­schaft 2 (1922) 293-307. Ri­vière, J., “Le plus vieux Transitus latin et son dérivé grec”, Re­cherches de Théol. Ancienne et Méd. 8 (1936) 323-362. Capelle, Â., “Les anciens récits de l’assomption et Jean de Thessalonique”, Recher­ches de Théol. Ancienne et Méd. 12 (1940) 209-235. ῾Ο ἴδιος, “Ve­stiges grecs et latins d’un antique Transitus de la Vierge”, Anal. Boll. 67 (1949) 21-48. Carli, L., “Le fonti del racconto della Dor­mi­zione di Maria de Giovanni Thessalonicese”, Marianum 1 (1940) 307-313. ῾Ο ἴδιος, “Gio­vanni Thessalonicese e l’assunzione di Maria”, Marianum 4 (1942) 1-9. Lemerle, P., “La composition et la chronologie des deux premiers li­vres de Miracula S. Demetrii”, BZ 46 (1953) 349-361. Hemmer­dinger Iliadou, D., Anal. Boll. 73 (1955) 17, περὶ σλαβονι­κῆς μεταφράσεως ὁμιλίας. Stier­non, D., “Jean de Thessal.”, DSp 8(1973) 778-780.
Π.Χ.

...επιστροφή
Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης Κοινωνία της Πληροφορίας