ΓΕΡΜΑΝΟΣ ΜΑΡΟΥΛΗΣ,
ὅσιος (1252-1336)
῾Ο Γερμανὸς Μαρούλης, γόνος πλούσιας, εὐγενοῦς καὶ εὐσεβοῦς οἰκογενείας, γεννήθηκε περίπου τὸ 1252 στὴ Θεσσαλονίκη καὶ πέθανε στὸ ῞Αγιον ῎Ορος τὸ 1336. ῾Ο πατέρας του ἦταν οἰκονομικὸς διαχειριστὴς τῆς πόλεως, διορισμένος ἀπὸ τὸν βασιλέα -προφανῶς τὸν ᾿Ιωάννη Βατάτζη- καὶ παράλληλα ἐξασκοῦσε δικαστικὰ καθήκοντα. ῾Η οἰκογένεια τῶν Μαρούληδων, ἀπὸ τὶς πιὸ ἐπιφανεῖς τῆς Θεσσαλονίκης, κατὰ μία ὑπόθεση, προέρχεται ἀπὸ τὴν Μικρὰ ᾿Ασία, ὅπου συναντοῦμε ἀρκετὲς προσωπικότητες ποὺ φέρουν τὸ ἴδιο ἐπώνυμο. Οἱ πληροφορίες μας γιὰ τὴ ζωὴ τοῦ Γερμανοῦ προέρχονται ἀπὸ τὸν βιογράφο του Φιλόθεο Κόκκινο, ὁ ὁποῖος τὸν γνώρισε προσωπικὰ καὶ μαθήτευσε κοντά του κατὰ τὰ τελευταῖα ἔτη τῆς ζωῆς τοῦ ῾Αγίου.
῾Ο πατέρας τοῦ Γερμανοῦ ἦταν ἄνθρωπος τῆς προσευχῆς, μὲ πλῆθος ἀρετῶν, ἀλλὰ καὶ μὲ ταπεινὸ φρόνημα. ῾Η ὑψηλὴ κοινωνική του θέση δὲν τὸν ἐμπόδιζε στὴν ἁπλότητα καὶ τὴ φιλανθρωπία· ἀναφέρεται μάλιστα ὡς ἄριστος δικαστὴς καὶ νομοθέτης. Οἱ γονεῖς του θὰ μποροῦσαν νὰ εἶναι τὸ πρότυπο κάθε χριστιανοῦ γονέως ποὺ ἐνδιαφέρεται ὄχι μόνο νὰ φέρει στὸν κόσμο παιδιά, ἀλλὰ καὶ νὰ τὰ ἀναθρέψει ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου. ῾Ο Γερμανὸς ἦταν τὸ τρίτο παιδὶ τῆς οἰκογένειας, σὲ σύνολο ὀκτώ, τέσσερα ἀγόρια καὶ τέσσερα κορίτσια. Τὸ κοσμικό του ὄνομα ἦταν Γεώργιος. ᾿Απὸ τὴν παιδικὴ ἡλικία χαρακτηριζόταν ἀπὸ σοφία καὶ φρόνηση γεροντική. ῾Η ἀγάπη του γιὰ τοὺς συνανθρώπους του ἔφτανε στὸ σημεῖο νὰ μὴν τρώει, ἢ νὰ τρώει ἐλάχιστα, ὥστε νὰ πηγαίνει νὰ μοιράζει τὴν τροφή του στοὺς ἐνδεεῖς. ῞Ολη τὴ νύχτα προσευχόταν κρυφὰ περιμένοντας τὰ ἀδέλφια του νὰ κοιμηθοῦν, ὥστε νὰ μπορεῖ ἀπερίσπαστος νὰ κάνει τὶς μετάνοιές του καὶ νὰ παραδίδει τὴν ὕπαρξή του στὸ Θεό. ῾Η προσευχὴ συνδυαζόταν μὲ τὴν ἄσκηση, καὶ ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ μὲ αὐτὴ πρὸς τὸν πλησίον. ᾿Αναφέρεται ἕνα χαρακτηριστικὸ περιστατικὸ ὅταν γιὰ πρώτη φορὰ ὁ πατέρας του τὸν κατέστησε ὑπεύθυνο στὸν ἀμπελῶνα ὅπου δούλευαν οἱ ἐργάτες. Κατὰ τὸ μεσημέρι, ὅταν ὁ ἱδρῶτας ἔτρεχε ἀσταμάτητα, καὶ τὰ σημάδια τῆς κούρασης ἦταν ἔντονα, ὁ νεαρὸς Γεώργιος δὲν ἄντεχε νὰ τοὺς βλέπει νὰ ὑποφέρουν καὶ διέταξε νὰ σταματήσουν τὴν ἐργασία γιὰ νὰ ξεκουρασθοῦν. ῾Ο πατέρας του ὅταν ἦρθε ἀργότερα τὸν ἐπιτίμησε πατρικά.
῎Ηδη ἀπὸ τὰ πρῶτα του βήματα ὁ Γεώργιος φαινόταν ὅτι δὲν θὰ μποροῦσε νὰ μείνει στὸν κόσμο, καθὼς ἡ ψυχή του ποθοῦσε τὴν ἀγγελικὴ πολιτεία. ῞Οταν ἡ μεγάλη του ἀδελφὴ παντρευόταν καὶ στὸ σπίτι εἶχαν γιορτὲς καὶ συμπόσια, ἔφυγε ἀπαρατήρητος καὶ γύρισε στὰ μοναστήρια τῆς Θεσσαλονίκης. ῎Εμεινε μὲ τὸν ἁγιορείτη μοναχὸ ᾿Ιωάννη ποὺ ἐκεῖνο τὸν καιρὸ βρισκόταν στὴ Θεσσαλονίκη καὶ τοῦ ζήτησε νὰ μαθητεύσει. Τότε ὁ ᾿Ιωάννης, ὁ ὁποῖος ἔμελλε νὰ γίνει ὁ πρῶτος γέροντας τοῦ ἁγίου, προεῖδε τὸ μέλλον του καὶ δὲν ἀποποιήθηκε τὴν αἴτησή του. ῾Ωστόσο τὸν συμβούλευσε νὰ ἐπιστρέψει στὸ σπίτι του καὶ νὰ συνεχίσει τὶς σπουδές του περιμένοντας πρῶτα νὰ περάσει λίγος χρόνος καὶ κατόπιν, ἀφοῦ θὰ ἔχει ἐνηλικιωθεῖ νὰ ἀκολουθήσει τὸ μοναχικὸ βίο. ῾Ο Γεώργιος ἔκανε ὑπακοὴ καὶ δὲν ἔφυγε κατ᾿ εὐθείαν γιὰ τὸ ῞Αγιο ῎Ορος· συνέχισε τὰ μαθήματά του σύμφωνα μὲ τὴ συμβουλὴ τοῦ πνευματικοῦ του. Μή ἀντέχοντας ὅμως, τὶς αἰσχρότητες καὶ ψευδολογίες τῶν μύθων τῶν ποιητῶν ἐγκαταλείπει σχολὴ καὶ μαθήματα, οἰκογένεια καὶ συγγενεῖς, γονεῖς καὶ ἀδελφοὺς καὶ ἀναχωρεῖ γιὰ τὸν ῎Αθωνα “πάντων ξένος τε καὶ γυμνός”. ῾Ο Γεώργιος ἐγκαταβίωσε στὸν ῎Αθωνα σὲ ἡλικία 18 ἐτῶν, δηλαδὴ τὸ 1270.
Τὸ κελλὶ τοῦ ᾿Ιωάννου ἦταν ἐξάρτημα τῆς μονῆς Δο-χειαρίου. Τὴν ὥρα ποὺ αὐτὸς προσευχόταν τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ τὸν φώτισε καὶ εἶδε τὸν νεαρὸ Γεώργιο νὰ καταφθάνει. Στέλνει ἕνα μαθητή του στὶς Καρυές, τὸν βρίσκει καὶ τὸν φέρνει στὴ συνοδεία. Κείρεται μοναχὸς καὶ λαμβάνει τὸ ὄνομα Γερμανός. ῾Ο νεαρὸς μοναχὸς μὲ ἄσκηση, ἀγρυπνίες καὶ προσευχὴ πρόκοψε πολύ, ὥστε ὁ γέροντάς του ᾿Ιωάννης νὰ μὴν ἀναπαύεται σὲ κανέναν ἄλλον ἀπὸ τοὺς μαθητές του ὅσο στὸν Γερμανό. Πρόθυμος στὴν ὑπηρεσία, ἀποτελοῦσε παράδειγμα καρτερίας καὶ ἀντοχῆς στὶς σωματικὲς κακουχίες. ῍Αν καὶ γόνος πλούσιας οἰκογένειας συχνὰ πήγαινε φορτωμένος ὡς ὑποζύγιο στὸ Βατοπέδι· ἐπίσης ἐξασκοῦσε τὸ διακόνημα τοῦ καλλιγράφου. ᾿Αναφέρεται ἕνα περιστατικὸ ὅπου ὁ γέροντας τὸν ταπείνωσε δημοσία σὲ σύναξη πατέρων στὸ Βατοπέδι· ὁ Γερμανὸς ὡστόσο δέχθηκε τὴν ἐπιτίμηση ἀναντίρρητα, ἀσκούμενος ἔτσι ἀκόμη περισσότερο στὴν ταπείνωση καὶ τὴν ὑπακοή.
῾Ο γέροντας ᾿Ιωάννης βάζει τὸν ὑποτακτικό του σὲ καινούρια δοκιμασία. ῾Υπακούοντας στὴν παράκληση τοῦ πατέρα τοῦ Γερμανοῦ, τὸν στέλνει στὴ Θεσσαλονίκη στὴ μονὴ τοῦ ᾿Ιωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ. ᾿Εκεῖ ἔχει τὴ δυνατότητα νὰ δέχεται τοὺς γονεῖς καὶ τοὺς συγγενεῖς του καὶ νὰ τοὺς νουθετεῖ καὶ ὠφελεῖ μὲ τὴ διδασκαλία του, τὸ σεμνό του ἦθος καὶ τὴν ταπεινοφροσύνη. Στὴ συνέχεια ὁ γέροντάς του τὸν ἀνακαλεῖ στὸν ῎Αθωνα, στὴν ἡσυχία. ῾Ο ᾿Ιωάννης μὲ τὸν πρῶτο του μαθητὴ Γρηγόριο καὶ τὸν Γερμανὸ ξεκίνησαν γιὰ τὴ μονὴ τῶν Τεσσαράκοντα μαρτύρων, στὴ Θεσσαλονίκη, ἐξάρτημα τῆς μονῆς Ξηροποτάμου, μὲ σκοπὸ νὰ στηρίξουν τοὺς πιστοὺς λόγω τῶν ἐπερχομένων δεινῶν. ῏Ηταν ἡ ἐποχὴ τῶν διωγμῶν τοῦ λατινόφρονος Μιχαὴλ Η¢ ἐναντίον τῶν ὑπερασπιστῶν τῆς ὀρθοδοξίας, τῶν ἀντιτιθεμένων στὴν ἕνωση τῆς συνόδου τῆς Λυῶνος. Στὸ δρόμο ὁ ᾿Ιωάννης προεῖδε τὸ μαρτυρικό τους τέλος. Στέλνει πίσω τὸ νεαρὸ Γερμανὸ μὲ τὴν προφητεία ὅτι θὰ ἐγκατασταθεῖ στὴ Μεγίστη Λαύρα τοῦ ἁγίου ᾿Αθανασίου καὶ ὅτι θὰ φθάσει σὲ βαθιὰ γεράματα· θὰ γίνει μέγας καὶ περιβόητος στὴν ἀρετὴ καὶ τὰ πνευματικὰ κατορθώματα, ἐφάμιλλος τῶν ἀρχαίων καὶ μεγάλων ἀσκητῶν. ῞Οταν ὁ ᾿Ιωάννης μὲ τὸ μαθητή του Γρηγόριο ἔφθασαν στὴ Θεσσαλονίκη ἔπεσαν θύματα τοῦ διωγμοῦ καὶ εἶχαν μαρτυρικὸ τέλος. Αὐτὸ ἔγινε τὸ 1275· ἔμεινε δηλαδὴ ὁ Γερμανὸς κοντὰ στὸν ἅγιο γέροντά του ᾿Ιωάννη πέντε χρόνια.
Στὴ συνέχεια ὁ Γερμανὸς δὲν ἔμεινε μόνος. Βρῆκε ὁδηγὸ γιὰ τὸν πνευματικό του ἀγώνα τὸ μοναχὸ ᾿Ιώβ, ξακουστὸ γιὰ τὴν ἄσκηση καὶ τὴν ἀρετή του. Στὴν ἀρχὴ ἔμενε σὲ κελλὶ στὶς Καρυὲς καὶ κατόπιν κατέβηκαν μαζὶ σὲ σπήλαιο τῆς Λαύρας, σὲ ἀπόκρημνο μέρος δίπλα στὴ θάλασσα, ἀφιερωμένο στὴν Παναγία. ῎Ετσι ἐκπληρώθηκε τὸ πρῶτο μέρος τῆς προφητείας τοῦ ᾿Ιωάννη ὅτι θὰ μείνει στὴ Λαύρα. ᾿Εκεῖ νέοι ἀγῶνες καὶ πνευματικὲς ἀσκήσεις τοὺς ἀνέμεναν. ῾Ο Γερμανὸς ἔμεινε συνολικὰ πέντε χρόνια ὑπὸ τὴν καθοδήγηση τοῦ ᾿Ιώβ, μέχρι ποὺ ὁ τελευταῖος ἔγινε ἡγούμενος τῆς Λαύρας (1280). ᾿Αγαπώντας τὴν ὑποταγὴ καὶ τὴ μαθητεία βρῆκε ἄλλον γέροντα, τὸν Μύρωνα, “περιφανῆ καὶ γενναῖον τοὺς ἀγῶνας”, τὸν ὁποῖο ὁ πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ᾿Αθανάσιος Α¢ προβάλλει σὲ ἐπιστολή του ὡς πρότυπο μοναχοῦ. ῎Επειτα μαθήτευσε στὸν ἐκ Θετταλῶν Μαλαχία, ἄνδρα ἀσκητικότατο καὶ σπουδαῖο, ποὺ ἔγινε ἡγούμενος τῆς Λαύρας καὶ λίγο ἀργότερα μητροπολίτης Θεσσαλονίκης (1305), στὴ συνέχεια στὸν ᾿Αθανάσιο (Μεταξόπουλο), ποὺ διετέλεσε κατόπιν ἡγούμενος τῆς Λαύρας (πρὶν τὸ 1308/9), καὶ τελευταῖος ὁ Θεοδώρητος “γηραιὸς καὶ τὴν ἀρετὴν ὁμοῦ καὶ τὴν ἡλικίαν”. ῾Ο Γερμανὸς δὲν ἐμπιστευόταν τὸν ἑαυτό του καὶ ἤθελε πάντα ἐμπειρότερους ἀπὸ αὐτὸν νὰ τὸν κατευθύνουν· καὶ ὅταν οἱ ἐξωτερικὲς συνθῆκες τὸν ἐμπόδιζαν νὰ συνεχίσει τὸν πνευματικὸ δεσμό του, ἔψαχνε καὶ ἔβρισκε ἄλλο πνευματικὸ πατέρα. ῾Η ἄσκηση κοντὰ στοὺς προαναφερθέντες πατέρες γιὰ περισσότερα ἀπὸ 40 χρόνια τοῦ ἀπέφερε πλούσια πνευματικὴ ἐμπειρία, σημαντικὴ παρακαταθήκη γιὰ ὅλη του τὴ μοναχικὴ ζωή.
῾Ο ᾿Ιωαννίκιος, ἀνάπηρος στὸ ἕνα του χέρι γίνεται τὸ πρῶτο πνευματικὸ τέκνο τοῦ Γερμανοῦ. ᾿Ανένδοτος κατ᾿ ἀρχὴ νὰ ἀναλάβει τὴν πνευματική του εὐθύνη, μετὰ ἀπὸ πολλὲς παρακλήσεις τοῦ νέου, τὸν λυπήθηκε καὶ τοῦ ἄνοιξε τὶς πόρτες τοῦ οἴκου του. ᾿Εξ αἰτίας τοῦ σωματικοῦ του προβλήματος ὁ Γερμανὸς ὑπηρετοῦσε τὸν ᾿Ιωαννίκιο στὶς διάφορες ἀνάγκες του· ἀνθρωπίνως ἦσαν ὡς ὁμότιμοι καὶ ἀδελφοί, ὅμως κατὰ Θεὸν καὶ στὴν ἀρετὴ ἦταν ὁ πατέρας του. Μιὰ φορὰ μάλιστα ὁ ᾿Ιωαννίκιος παρὰ λίγο θὰ ἔπεφτε στὸν γκρεμό, καὶ σώθηκε θαυματουργικὰ ἀπὸ τὸν Γερμανό. ῾Ο Φιλόθεος Κόκκινος μᾆς πληροφορεῖ καὶ γιὰ ἄλλα θαύματα τοῦ ἁγίου, τὰ ὁποῖα γνωρίζει ἀπὸ πρῶτο χέρι. ῾Ο ᾿Ανδρόνικος, ἀδελφὸς τοῦ ἁγίου, ποὺ ἀργότερα ἔγινε μοναχός, ἐπισκέπτεται τὸν ῎Αθωνα μὲ τὸ μεγάλο του γιὸ ᾿Ιωάννη· αὐτὸς πέφτει βαριὰ ἄρρωστος καὶ ὁ Γερμανὸς ἔρχεται στὴ μονὴ τῶν Βουλευτηρίων καὶ τὸν θεραπεύει, παρόντος τοῦ ἡγουμένου ῾Υακίνθου Κεραμέως. ῾Η ἀρετὴ καὶ ἁπλότητα τοῦ ῾Οσίου ἦταν μαρτυρημένη ζῶντος ἤδη τοῦ ἁγίου, ὄχι μόνο ἀπὸ τὸν ἡγούμενο τῆς μονῆς τῶν Βουλευτηρίων, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸν ἅγιο Σάβα. ᾿Αργότερα θεραπεύει τὸν ἀνεψιό του ᾿Ιάκωβο ἀπὸ ἐπώδυνη ἀρρώστια. Λόγω τῶν “οὐνικῶν ἐπιδρομῶν” ἀναγκάζεται νὰ ἐγκαταλείψει τὸ ἀσκητήριό του γιὰ νὰ ἐγκατασταθεῖ στὴ Λαύρα.
῾Ο Γερμανὸς συνήθιζε νὰ πηγαίνει στὴ μονὴ Καρακάλλου καὶ νὰ διδάσκει τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν πνευματικὴ ὠφέλεια τῶν συνασκητῶν του. Μιὰ φορά, φεύγοντας ἀπὸ τὴν σύναξη τῶν μοναχῶν, ἀπὸ ἀπροσεξία δὲν ἀναγνώρισε καὶ δὲν χαιρέτισε τὸν ἱερομόναχο Πεζό, παλιὸ συνασκητή του στὸν πρῶτο του γέροντα ᾿Ιωάννη. ῾Ο μοναχὸς σκανδαλίσθηκε ἀπὸ τὴν συμπεριφορὰ αὐτὴ τοῦ Γερμανοῦ· ὁ τελευταῖος μόλις τὸ ἔμαθε ἐπέστρεψε κατευθείαν στὴν Καρακάλλου κλαίγοντας καὶ ζητώντας συγγνώμη. ῏Ηταν λοιπὸν ὁ ὅσιος παράδειγμα ἀνεξικακίας καὶ ταπείνωσης. Σὲ προσωπική του συνάντηση μὲ τὸ Φιλόθεο ὁ ὅσιος Γερμανὸς τοῦ ὁμολόγησε τὴν παχύτητα καὶ τὴ νωθρότητα ποὺ δὲν μπόρεσε νὰ ἀποβάλει μέχρι τὰ γεράματά του· τὸ μόνο ποὺ ἀναγνώρισε ἦταν ὅτι ἀχθοφοροῦσε καὶ ἐκτελοῦσε τὰ θελήματα τῶν θαυμαστῶν πνευματικῶν του πατέρων καὶ ὁδηγῶν σὰν ἕνα ὑπάκουο ὑποζύγιο! ῾Ο ῞Οσιος ἀξιώθηκε καὶ τοῦ προορατικοῦ χαρίσματος· πολλὲς φορὲς προφήτευε κεκρυμμένως μέσα στὶς διδασκαλίες του, ἀλλὰ ὁρισμένες φορὲς φανερὰ καὶ μὲ ἐνέργεια, ὅπως στὸ μαθητὴ καὶ ἀνεψιό του ᾿Ιάκωβο. Τὰ τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς του ἦταν γεμάτα ἀπὸ ἄφθονη πνευματικὴ διδασκαλία πρὸς τοὺς συνασκητές του, συνδυαζόμενη ἀπὸ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή· προσευχόμενος, τὸ πρόσωπό του ἀλλοιωνόταν καὶ ἡ μορφή του ἔλαμπε· εἶχε κατορθώσει νὰ μετατρέψει ὅλη του τὴ ζωὴ σὲ προσευχὴ μὲ δάκρυα καὶ κατάνυξη.
῾Ο ῞Οσιος ἔζησε 84 ἔτη· 18 μὲ τοὺς γονεῖς του καὶ 66 στὴν ἄσκηση. ῞Εξι μέρες πρὶν τελειώσει ἡ πρόσκαιρη ζωή του, ἀρρώστησε μένοντας παράλυτος ἀπὸ ἡμιπληγία στὸ ἀριστερὸ χέρι καὶ πόδι, ἀλλὰ καὶ πάλι συνηθισμένος στὴν κακοπάθεια δὲν ἤθελε νὰ κατακλιθεῖ στὸ κρεββάτι. ῾Ο Φιλόθεος φαίνεται πὼς ἦταν παρὼν στὶς τελευταῖες στιγμὲς τοῦ ῾Οσίου· συνομιλοῦσε μὲ τοὺς μαθητές του περὶ ψυχῆς ἐνῶ πρέπει νὰ εἶχε μεγάλο πόνο, καθὼς τοῦ ξέφυγε ἕνας ἐλαφρὺς ἀναστεναγμός. Πέθανε στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ ἀνεψιοῦ καὶ μαθητοῦ του ᾿Ιακώβου.
῾Ο Φιλόθεος δὲν μᾆς παραδίδει τὴν ἀκριβῆ ἡμέρα τοῦ θανάτου του· πάντως ὅλες οἱ πληροφορίες του εἶναι ἠλεγμένες καὶ προέρχονται εἴτε ἀπὸ τὴν προσωπική του ἐμπειρία, εἴτε ἀπὸ αὐτόπτες καὶ αὐτηκόους μάρτυρες τοῦ ῾Οσίου.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: ῾Η ἔκδοση τοῦ Βίου: Joannou, P., “Vie de S. Germain l’Hagiorite par son contemporain le patriarche Philothée de Constantinople”, Ánal. Âoll. 70 (1952) 50-114 καὶ Τσάμη, Δ., Φιλοθέου Κωνσταντινουπόλεως τοῦ Κοκκίνου ἁγιολογικὰ ἔργα Α¢, [ΘΒΣ 4], σσ. 95-158 καὶ ΕΕΘΣΠΘ 26 (1981) 51-83. ῾Η μετάφραση τοῦ Βίου στὴ νεοελληνική: ῾Αγίου Φιλοθέου Κοκκίνου, ῞Αγιος Γερμανὸς ὁ ῾Αγιορείτης, μτφρ. Λ. Χαριτίδη, ἐκδόσεις “Τὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας”, Θεσσαλονίκη 1985. Μελέτες: Laurent, V., “La vie de Saint Germain l’Athonite. Quelques observations”, REB 10 (1952) 113-123. Laurent, V., “La chronologie des higoumenes de la Grande Laure Athonite de 1283 à 1309”, REB 28 (1970) 97-110. Lemerle, P., Guillou, A., Svoronos, N., Papachryssanthou, D., Actes de Lavra, τ. 2, Paris 1972. Laiou-Thomadakis, E., “Saints and Society in the Late Byzantine Empire”, Essays in Honor of P. Charanis, Rutgers University Press, New Brunswick - New Jersey 1980, σσ. 84-114. PLP 8640: ᾿Ιωάννης γέροντας τοῦ ὁσίου Γερμανοῦ. PLP 4564: Γρηγόριος μοναχός, μαθητὴς καὶ συμμάρτυς τοῦ γέροντος ᾿Ιωάννου. PLP 8931: ᾿Ιὼβ ἡγούμενος Λαύρας. PLP 7341: γέρων Θεοδώρητος, τελευταῖος γέροντας τοῦ ὁσίου Γερμανοῦ. PLP 11649: ῾Υάκινθος Κεραμεὺς ἡγούμενος ῾Ι.Μ. Καρακάλλου ἀπὸ 1317-1333. PLP 8848: μοναχὸς ᾿Ιωαννίκιος, ἀνεψιὸς τοῦ ὁσίου, ἱερομόναχος Πεζὸς. Μύρων. Μαλαχίας. ᾿Αθανάσιος Μεταξόπουλος. Π.Κ. |