Ιερά Μητρόπολη Θεσσαλονίκης
Αρχική Σελίδα Επικοινωνία Χρήσιμες Συνδέσεις Χάρτης Πλοήγησης Γλωσσάριο
 website clocks
αναζήτηση    

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ, ὁ ἐν Θεσσαλονίκῃ, μάρτυς

14 Μαρτίου



Τὸ Συναξάριο τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀναφέρει τέσ­σερις μάρτυρες μὲ τὸ ὄνομα ᾿Αλέξανδρος, οἱ ὁποῖοι ἐμφανί­ζουν πολλὰ κοινὰ στοιχεῖα καὶ γι᾿ αὐτὸ προσδιορίζονται ἀπὸ τὸν διαφορετικὸ τόπο μαρτυρίου: ὁ ἅγιος ᾿Αλέξανδρος Πύδ­νης, ὁ ὁμώνυμός του Θεσσαλονίκης, ὁ Δρουζιπάρας καὶ τέλος ὁ Δινογετίας τῆς Κάτω Μοισίας. ῾Η προσεκτικὴ ὅμως ἀνά­λυ­ση τῶν σχετικῶν Μαρτυρίων πείθει ὅτι δὲν πρόκειται γιὰ τέσ­σερα διαφορετικὰ πρόσωπα, ἀλλὰ γιὰ δύο ὁμωνύμους μάρ­τυρες, οἱ ὁποῖοι, ἂν καὶ ἔζησαν τὴν ἴδια ἐποχὴ (3ος αἰ.), σα­φῶς διακρίνονται μεταξύ τουςÿ δηλ. ὁ ἅγιος ᾿Αλέξανδρος Δρου­ζιπάρας εἶναι ὁ ἴδιος μὲ τὸν ὁμώνυμό του Δινογετίας τῆς Κάτω Μοισίας, ποὺ εἶναι ὁ ἅγιος ᾿Αλέξανδρος ὁ Ρω­μαῖος, καθώς, ὅπως θὰ φανεῖ παρακάτω, ὁ ἅγιος ᾿Αλέξαν­δρος Θεσ­σαλονίκης εἶναι ὁ αὐτὸς μὲ τὸν ὁμώνυμό του Πύδνης.

Στὸ Συναξάριο Κωνσταντινουπόλεως ὑπάρχει ἡ μνεία τὴν 9η Νοεμβρίου, “τοῦ ἁγίου μάρτυρος ᾿Αλεξάνδρου τοῦ ἐν Θεσσαλονίκῃ” μὲ ἐλάχιστα ὅμως στοιχεῖα, ὅπως τὴν κατα­γω­γή, -“ἐκ τῆς Θεσσαλονίκης ὁρμώμενος”-, τὴν ἐποχὴ -“ἦν ἐπὶ Μαξιμιανοῦ βασιλέως”-, καὶ μία λιτὴ περιγραφὴ τῆς αἰτίας τοῦ μαρτυρίου τουÿ ἀναφέρεται δηλ. ὅτι ἂν καὶ τὸν κάλεσε ὁ αὐτοκράτορας νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, αὐτὸς ἀρ­νήθηκεÿ ἐπέδειξε μάλιστα τὴν ἀπέχθειά του κατὰ τρόπο θεα­ματικό, ἀνατρέποντας τὴν τράπεζα τῶν σπονδῶν, μὲ ἄμεση συνέπεια νὰ τιμωρηθεῖ μὲ ἀποκεφαλισμὸ γιὰ τὴ μεγάλη του ἀσέβεια. Στὸ Μηνολόγιο τοῦ Βασιλείου Β¢ καταγράφονται περισσότερες λεπτομέρειες: ὁ δήμιος ποὺ θὰ ἀποκεφάλιζε τὸν ἅγιο ἔμεινε ἐμβρόντητος, βλέποντας κάποια ὀπτασίαÿ ἀφοῦ ὁ ἅγιος προσευχήθηκε, τότε μόνον ὁλοκλήρωσε τὸ ἔρ­γο του, τὸν ἀποκεφαλισμό, ἀλλὰ καὶ πάλι θαυμαστὰ γεγο­νότα ἔλα­βαν χώρα: ἐκείνη τὴν žρα ὁ αὐτοκράτορας εἶδε νὰ συνοδεύ­ουν τὴν ψυχὴ τοῦ ἁγίου στὸν οὐρανὸ τέσσερις ἄγγελοι, κάτι ποὺ τὸν συγκλόνισε, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ παραχωρήσει τὸ λεί­ψανο τοῦ μάρτυρα στοὺς χριστιανοὺς τῆς Θεσσαλονί­κης γιὰ νὰ τὸ θάψουν κατὰ τὰ ἔθιμά τους.

Περισσότερες λεπτομέρειες τοῦ μαρτυρίου τοῦ ἁγίου ᾿Αλεξάνδρου διασώζει ὁ κώδικας ᾿Αθηνῶν 2108, ὁ ὁποῖος προσθέτει λεπτομέρειες ἄγνωστες ἀπὸ ἄλλες πηγές, ὅπως π.χ. ὅτι ὁ ᾿Αλέξανδρος ἔνιψε τὰ χέρια του, πρὶν προσευχη­θεῖ, καθὼς καὶ τὸ ὄνομα τοῦ δημίου, Μινουκιανός. Περι­γράφει ἐπίσης τὴν μεταμέλεια τοῦ Μαξιμιανοῦ γιὰ τὸ θά­νατο τοῦ ᾿Αλεξάνδρου καὶ τὴ συζήτηση μὲ τοὺς παριστα­μένους χριστιανούς, προφανῶς στρατιωτικούς, “...καὶ εἶπεν ὁ βασιλεύς, ῾῾τί ἐστὶν μαρτυρία᾿᾿; Βίκτωρ ὁ στρατιώτης εἶπενÿ ῾῾ἐν τῷ ἡμετέρῳ νόμῳ, βασιλεῦ, ὅστις ἂν ὑπὲρ Χριστοῦ οὕτως ἀποθάνῃ, μάρτυς ἐστί, καὶ πάντες οἱ χριστιανοὶ συνερχό­με­νοι θάπτουσιν αὐτόνÿ δεόμεθα οὖν σου, βασιλεῦ, ἐπισταλῆ­ναι τοῖς ἐν Θεσσαλονίκῃ ἀδελφοῖς, žστε αἰσίως κηδευθῆναι αὐτόν᾿᾿”. ῾Ο Μαξιμιανὸς ὄχι μόνο δέχθηκε νὰ παραχωρήσει στοὺς χριστιανοὺς τὸ σῶμα τοῦ μάρτυρος, ἀλλά, ἐπιπλέον, ἔγραψε καὶ ἐπιστολὴ στοὺς χριστιανοὺς τῆς Θεσσαλονίκης: “Μαξιμιανὸς Καῖσαρ τοῖς Θεσσαλονικέων χριστιανοῖς χαί­ρειν. Τὸν οὕτως ἐν τῷ ἡμετέρῳ νόμῳ καταφρονήσαντά μου καὶ κελευσθέντα ὑπ᾿ ἐμοῦ ἀποθανεῖν, ἤδη ἀποστείλαντες τοὺς εἰωθότας ἀναλαμβάνειν τὰ τῶν μαρτυρούντων σώματα θά­ψα­τε. ῎Επεμψα γὰρ τοῦτο καὶ ἄκτον, ἵνα διὰ τάχους ἅ­παν­τες ἀναλάβητε τὸ λείψανον τοῦ μάρτυρος ᾿Αλεξάνδρουÿ ὡς γὰρ ὑμεῖς λέγετε, ἐμαρτύρησεν”. Οἱ χριστιανοὶ πράγματι παρέ­λαβαν τὸ σῶμα τοῦ μάρτυρα καὶ τὸ ἔθαψαν “εἰς τόπον κα­λούμενον Θωργίαι, πάντα πληρώσαντες... ἀνεχώρη­σαν εἰς τὴν Θεσσαλονίκην”. ῾Ωστόσο, τὸ τοπωνύμιο Θωργίαι εἶναι ἄγνω­στο καὶ παραμένει ἀταύτιστο.

᾿Απὸ τὶς λεπτομέρειες τῆς ἐπιστολῆς τοῦ Μαξιμιανοῦ πρὸς τοὺς Θεσσαλονικεῖς, στὴν ὁποία τιτλοφορεῖται ὡς “καῖ­σαρ Μαξιμιανός”, ἔχουμε τὴ δυνατότητα νὰ προσδιορί­σου­με χρονικὰ τὸ μαρτύριο τοῦ ἁγίου ᾿Αλεξάνδρου στὸ διά­στη­μα μεταξὺ τῆς 21ης ᾿Ιουλίου 285 -ἀναγόρευση τοῦ Μαξι­μιανοῦ ὡς καίσαρος-, καὶ τῆς 1ης Αὐγούστου 286 -ἀνάδει­ξή του σὲ Αὔγουστο ἀπὸ τὸ Διοκλητιανό-.

῾Η ἀναγόρευση τοῦ Μαξιμιανοῦ γνωρίζουμε ὅτι ἔγινε στὴ Νικομήδεια, ἢ κάπου στὴν ᾿Ανατολή, διότι σύμφωνα μὲ τὶς πηγές, ὁ Διοκλητιανὸς ἐκεῖνο τὸ χειμῶνα τὸν πέρασε στὴ Νικομήδεια. ᾿Ακόμη εἶναι γνωστὸ ὅτι ὁ Μαξιμιανὸς ἀμέσως μετὰ τὴν ἀναγόρευσή του σὲ καίσαρα, ἐξεστράτευσε στὴ Γα­λατία γιὰ νὰ καταστείλει τὴν ἐξέγερση τῶν Βαγαύ­δων, [“᾿Α­μάνδου τινὸς νεωτερίσαντος ἐν Γαλλίᾳ Μαξιμια­νὸς ἐκεῖσε γενόμενος τὸν νεωτερισμὸ κατέστειλεν” (Ζωνα­ρᾆς ΧΙΙ, 31)]. Συνεπῶς, εἶναι πολὺ πιθανὸ τὸ μαρτύριο τοῦ ἁγίου ᾿Αλε­ξάνδρου νὰ συνέβη αὐτὴν τὴν περίοδο, δηλ. κατὰ τὴ μετά­βαση τοῦ Μαξιμιανοῦ ἀπὸ τὴν ᾿Ανατολὴ στὴ Γαλα­τία διὰ τῆς ᾿Εγνατίας ὁδοῦ, ἡ ὁποία, ὡς γνωστό, διέρχεται ἀπὸ τὴ Θεσσαλονίκη. Αὐτὸ ἄλλωστε καταφαίνεται καὶ ἀπὸ τὸ γενι­κότερο πλαίσιο τοῦ μαρτυρίου, τὸ ὁποῖο ἔχει περισ­σότερο τὰ χαρακτηριστικὰ ἑνὸς αὐλικοῦ ἐπεισοδίου παρὰ τὴ μορφὴ γενικοῦ διωγμοῦ κατὰ τῶν Χριστιανῶν, ὅπως αὐ­τὸς ποὺ ξέσπασε ἀργότερα, στὶς 24 Φεβρουαρίου 303. Πράγματι, ἡ ἄμεση ἐμπλοκὴ τοῦ Μαξιμιανοῦ, ἡ παρουσία τοῦ προκτί­κτορος, καθὼς καὶ ἡ ἀπόδοση τοῦ λειψάνου τοῦ μάρτυρος, μὲ συνοδευτικὴ ἐπιστολὴ μάλιστα πρὸς τοὺς Θεσ­σαλονικεῖς χριστιανούς, πείθουν ὅτι ἦταν ἀποτέλεσμα παρο­ξυσμοῦ καὶ ἐπίδειξη ἐξουσίας, στοιχεῖα ἀδιανόητα ἂν ἐπρό­κειτο γιὰ γε­νικὸ διωγμό. Τὸ μαρτύριο τοῦ ἁγίου ᾿Αλεξάν­δρου ἐπιβεβαιώ­νει τήν, γνωστὴ καὶ ἀπὸ ἄλλες πηγές, σχετι­κὰ ἤπια προσω­πικὴ πολιτικὴ τοῦ Μαξιμιανοῦ ἔναντι τῶν χριστιανῶν.

Θὰ πρέπει νὰ ὑπογραμμισθεῖ ὅτι τὸ κείμενο τοῦ κώ­δικος ᾿Αθηνῶν 2108 εἶναι σχεδὸν κατὰ λέξη ὅμοιο μὲ τὰ Acta latina τοῦ ἁγίου, τὰ ὁποῖα στὴ λατινικὴ παράδοση τοποθετοῦνται ἑορτολογικὰ στὶς 14 Μαρτίου. ᾿Ακόμη, ὁμοιά­ζει καὶ μὲ τὴ διήγηση ποὺ διασώζει τὸ ᾿Αρμενικὸ Συναξά­ριο, μὲ τὴ διαφορὰ ὅμως ὅτι τοποθετεῖ τὸν ἑορτασμό του στὶς 18 Φε­βρουαρίου.

Γιὰ τὸν ἅγιο ᾿Αλέξανδρο Πύδνης, στὸ Συναξάριο Κων­­σταντινουπόλεως (13 Μαρτίου), ἐκτὸς τῆς ἐπιγραφῆς δὲν παραδίδεται καμμία ἄλλη πληροφορία, δηλ. κάποιο χρονο­λογικὸ ἢ τοπογραφικὸ στοιχεῖο. ῾Υπάρχει μία ἀόριστη καὶ κοινότυπη περιγραφή: μέσα στὸ σκοτάδι τῆς πλάνης ἔλαμψε ξαφνικὰ σὰν ἄστρο ὁ ἅγιος, δίδαξε καὶ βάπτισε πολλοὺς εἰδωλολάτρες, ἀντιτάχθηκε στὴ μανία τῶν δυσσεβῶν, τῶν ὁποίων τελικὰ ἐπέσυρε τὴν ὀργή, μὲ συνέπεια νὰ τὸν βασα­νίσουν καὶ νὰ τὸν ἀποκεφαλίσουνÿ “ὁ δὲ Θεὸς χαρίσμασιν ἰαμάτων αὐτὸν ἀνταμείβεταιÿ ἅπασαν γὰρ νόσον πονηρὰν ἀπελαύνει ἀπὸ τῶν πίστει προσιόντων αὐτῷ”. Πιὸ σημαντι­κὸ εἶναι τὸ συναξάριο ποὺ παρατίθεται στὸ Μηνολόγιο τοῦ Βασιλείου Β¢, διότι ἐκεῖ γιὰ πρώτη φορὰ ἀναφέρεται ἡ Πύδνα ὡς ὁ τόπος ὅπου ἔδρασε ὁ ἅγιος, ὁ ὁποῖος πιέ­σθηκε νὰ θυσιάσει στοὺς θεούς, ἀλλὰ ἀρνήθηκε καὶ γι᾿ αὐτὸ βασα­νίσθηκε καὶ ἀποκεφαλίσθηκεÿ τὸ λείψανό του ἐπίσης παρέ­λαβαν εὐσεβεῖς χριστιανοὶ καὶ τὸ κήδευσαν.

Τὸ μαρτύριο (Passio) τοῦ ἁγίου ᾿Αλεξάνδρου Πύδνης ποὺ σώζεται στὰ λατινικὰ (AASS Mart. II, óσ. 339-340) εἶναι σχεδὸν κατὰ λέξη ὅμοιο μὲ τὴν ἑλληνικὴ συναξαριακὴ ἐπιτομὴ τοῦ ἁγίου ᾿Αλεξάνδρου Θεσσαλονίκης, τοῦ κώδικος ᾿Αθηνῶν 2108. Αὐτὰ τὰ δύο κείμενα, ἐκτὸς τῆς ἐσωτερικῆς συγγενείας, ἔχουν ἐπιπλέον κοινὸ στοιχεῖο ὅτι δὲν ἀναφέ­ρουν πουθενὰ τὴν Πύδνα ὡς τόπο μαρτυρίου τοῦ ἁγίου, πράγμα ποὺ ὑποδεικνύει τὴν ὕπαρξη κοινῆς πη­γῆς, δηλ. κάποιου πρώιμου μαρτυρίου ἢ συναξαρίου τοῦ ἁ­γίου πρὶν διχοτομηθεῖ ἡ μνήμη του καὶ ὁ τοπικὸς προσδιο­ρισμὸς τοῦ ἑορτασμοῦ του. Κάτι ἀνάλογο φαίνεται νὰ ἔχει ὑπόψη του καὶ ὁ ἀνώνυμος ὑμνογράφος, ὁ ὁποῖος γράφον­τας τὸν Κα­νόνα τοῦ ἁγίου ᾿Αλεξάνδρου Πύδνης (14 Μαρτί­ου), συνδέει ἀδιάκριτα τὰ στοιχεῖα τῶν δύο συναξαρίων, δηλ. τοῦ ᾿Αλε­ξάνδρου Θεσσαλονίκης καὶ τοῦ Πύδνης, σὲ ἕνα πρόσωπο. ῞Ολες οἱ παραπάνω λεπτομέρειες μᾆλλον ἐπι­βάλλουν τὴν ταύ­τιση τῶν δύο ᾿Αλεξάνδρων, στὸ πρόσωπο τοῦ ἁγίου ᾿Αλε­ξάνδρου Θεσσαλονίκης.

Στὸ Συναξάριο τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἡ μνήμη τοῦ ἁγίου ᾿Αλεξάνδρου Θεσσαλονίκης ἑορτάζεται στὶς 7 ἤ, κυρί­ως, στὶς 9 Νοεμβρίου, καὶ τοῦ ἁγίου ᾿Αλεξάνδρου Πύδνης στὶς 13 κυρίως ἢ στὶς 14 Μαρτίου. Στὴ λατινικὴ παράδοση, στὸ Μαρτυρολόγιο τοῦ ῾Ιερωνύμου ἡ μνήμη τοῦ ἁγίου ᾿Αλε­ξάνδρου Θεσσαλονίκης ἀναγράφεται στὶς 14 Μαρτίου, ἐνῶ στὸ Ρωμαϊκὸ Μαρτυρολόγιο στὶς 9 Νοεμβρίου.

᾿Εφόσον τὰ παλαιὰ μαρτυρολόγια (Μαρτυρολόγιο ῾Ιε­ρωνύμου) καὶ τὸ ἕνα ἀπὸ τὰ δύο ἑλληνικὰ συναξάρια, ἀλλὰ καὶ ὁ Κανόνας τοῦ ἁγίου ἀναφέρονται στὶς 14 (ἢ 13 Μαρ­τίου), αὐτὴ θὰ πρέπει νὰ ἦταν καὶ ἡ ἀρχικὴ ἡμέρα ἑορτα­σμοῦ τῆς μνήμης του, ἡ ὁποία, ἄγνωστο γιὰ ποιὸ λόγο, το­ποθετήθηκε μεταγενέστερα στὸ ἑλληνικὸ ἑορτολόγιο στὶς 9 Νοεμβρίου ὡς μνήμη τοῦ ἁγίου ᾿Αλεξάνδρου Θεσσαλονίκης.

Σημαντικὴ βοήθεια στὴ διακρίβωση τῆς ταυτότητος τοῦ ἁγίου ᾿Αλεξάνδρου παρέχει τὸ χρυσόβουλλο τοῦ αὐτο­κράτορος Νικηφόρου Φωκᾆ, τοῦ ἔτους 964, πρὸς τὴ μονὴ τῆς Μεγίστης Λαύρας (Actes de Lavra É, ἀρ. 5). Σύμφωνα μὲ τὸ χρυσόβουλλο αὐτό, ὁ Νικηφόρος ἱκανοποιώντας σχε­τικὸ αἴτημα τοῦ ὁσίου ᾿Αθανασίου τοῦ ᾿Αθωνίτη, παραχω­ροῦσε στὴ μονὴ τῆς Μ. Λαύρας τεμάχιο τοῦ Τιμίου Ξύλου, καθὼς ἐπίσης δώριζε καὶ τὶς τίμιες κάρες τοῦ Μεγάλου Βα­σιλείου καὶ τοῦ ἁγίου ᾿Αλεξάνδρου τοῦ “ἐνδόξως ἀριστήσαν­τος καὶ ὑπὲρ τοῦ σωτῆρός μου στερρῶς μαρτυρήσαντος ἐν Πύδνῃ τῆς Θεσσαλίας”, οἱ ὁποῖες φυλάσσονταν στὸ αὐτο­κρα­τορικὸ παρεκκλήσιο. Εἶναι σαφὲς λοιπὸν ὅτι ὁ ἅγιος ᾿Αλέ­ξανδρος μαρτύρησε στὴν Πύδνα, τὸ μεσαιωνικὸ Κίτρος.

Τὸ Κίτρος στὴν τάξη τῶν ἐπισκοπῶν τοῦ θρόνου τῆς Θεσσαλονίκης κατεῖχε πρωτεύουσα θέση, ἀφοῦ ὁ ἐπίσκοπός του ἔφερε τὸν τίτλο τοῦ “ὑπερτίμου καὶ πρωτοθρόνου πάσης Θετταλίας ἐνῶ ὁ κυριάρχης μητροπολίτης Θεσσαλονίκης ἦταν ὑπέρτιμος καὶ ἔξαρχος πάσης Θετταλίας”. ῾Η σύνδεση τῆς ὀ­νομασίας “Θεσσαλία” μὲ τὴ Θεσσαλονίκη, ὀφειλομένη σὲ παρε­τυμολογία, ἐμφανίζεται σποραδικὰ κυρίως ἀπὸ τὸν 9ο αἰ. καὶ ἐνσωματώνεται ὁριστικὰ στὸ τίτλο τοῦ μητροπολίτη Θεσσα­λονίκης στὶς ἀρχὲς τοῦ 10ου αἰ. Αὐτὸ ἐξηγεῖ γιατὶ στὸ χρυ­σόβουλλο λέγεται ὅτι μαρτύρησε “ἐν Πύδνῃ τῆς Θεσσα­λίας” καὶ στὰ Acta Latina "in medio Macedoniae et Thessaliae".

᾿Απὸ τὰ παραπάνω καταδεικνύεται ὅτι ὁ ἅγιος ᾿Αλέ­ξανδρος Θεσσαλονίκης πρέπει νὰ ταυτισθεῖ μὲ τὸν ἅγιο ᾿Α­λέξανδρο Θεσσαλονίκης, ὁ ὁποῖος μαρτύρησε στὴν Πύδνα καὶ ἐνταφιάσθηκε στίς, ἀταύτιστες, Θωργίες. Τὴν πεποίθη­ση αὐτὴ διετύπωσε πρῶτος ὁ Γεδεώνÿ στὴ συνέχεια ὁ Hal­kin ταύτισε καὶ τοὺς τέσσερις ᾿Αλεξάνδρους σὲ ἕνα πρόσω­πο, ἀλλὰ ἐκεῖνος ποὺ διελεύκανε ὁριστικῶς τὸ ζήτημα ἦταν ὁ Δημητρακόπουλος.

῎Αγνωστο παραμένει πότε διχοτομήθηκε ὁ ἑορτασμὸς καὶ γιὰ ποιοὺς λόγους υἱοθετήθηκε ἡ 9η Νοεμβρίου ὡς ἡ­μέρα μνήμης τοῦ ἁγίου ᾿Αλεξάνδρου Θεσσαλονίκηςÿ κατὰ πᾆσα πιθανότητα αὐτὸ συνέβη τὸν 9ο αἰ. ῞Οπως φαίνεται πάντως ἡ μετάθεση αὐτὴ δὲν βρῆκε ἀπήχηση στὴ λατρεία, ἀφοῦ δὲν σώζεται κανένα λατρευτικὸ στοιχεῖο γι᾿ αὐτὴν τὴν ἡμέρα τῆς μνή­μης του. ᾿Αντιθέτως, ἡ μνήμη τοῦ ἁγίου ᾿Αλε­ξάνδρου Πύδ­νης φαίνεται πὼς ἦταν ἐξ ἀρχῆς διαδεδομένη, ἂν κρίνουμε ἀπὸ τὸν ἀριθμὸ τῶν χειρογράφων, περὶ τὰ 26, ποὺ παραδί­δουν τὸν Κανόνα του.

᾿Απεικόνιση τοῦ μαρτυρίου τοῦ ἁγίου ὑπάρχει στὸν κώ­δικα Vaticanus graecus 1613, τὸ περίφημο Μηνολόγιο τοῦ Βασιλείου Β¢, σὲ μικρογραφία τοῦ ζωγράφου Παντολέ­οντος. ῾Ο Κανόνας τοῦ ἁγίου ᾿Αλεξάνδρου Πύδνης ἔχει ἐκ­δοθεῖ ἀπὸ τὸν Εὐ. Τωμαδάκη.



ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Συναξάριο Κωνσταντινουπόλεως, Propylae­mum ad AASS Novembris, στ. 208. Μηνολόγιο Βασιλείου Β¢, PG 117, 152 (=AASS Novem. IV, σ. 100). Μαρτύριο, AASS Mart. II, σσ. 339-340. Μαρτυρολόγιο ῾Ιερωνύμου, AASS Novem. II, σ. 100. Ρω­μαϊκὸ Μαρτυρολόγιο, AASS Decembris, σ. 506-507. ᾿Αρμενικὸ Συ­ναξάριο, PO 21, 66-67. Γεδεών, Μ., Βυζαντινὸν ῾Εορτολόγιον, Κων­­σταντινούπολις 1899, σ. 37. Halkin, F., "La prétendue Passion iné­di­te de S. Alexandre de Thessalonique", Nouvelle Clio 6 (1954) 70-72 (=Recherches et documents d’Hagiographie Byzantine, [SH 51], Bru­xelles 1971, σσ. 92-94). ῾Ο ἴδιος, "Saint Alexandre martyr de Thessa­lonique", Byzance et les Slaves, Études de Civilisation. Mélanges Ivan DujcÚev, Paris 1979, σσ. 213-215. Δημητρακόπουλος, Φ., “῞Αγι­ος ᾿Αλέξανδρος Πύδνης ἢ Θεσσαλονίκης (κώδ. ᾿Αθηνῶν 2108)”, ῾Ελλη­νι­κὰ 29 (1976) 265-277. Χρυσοστόμου, Γ., “Οἱ ῞Αγιοι τῆς Θεσσαλονί­­κης”, στὸ Χαριστήριον τῷ Παναγιωτάτῳ Μητροπολίτῃ Θεσσαλονίκης κ.κ. Παντελεήμονι τῷ Β', Θεσσαλονίκη 1994, σ. 911. Quentin, H., στὸ DHGE, τ. ΙΙ, στ. 172. Di Grigoli, N., BS τ. Ι (Roma 1961) 787-790. Barnes, T., The new Empire of Diocletian and Constantine, Har­vard University Press-Cambridge Mass. 1982, σσ. 32-35, 56-60. ῾Ο ἴ­διος, "Imperial Cam­paigns", Phoenix 30 (1978) 174-193. Εἰκονογρα­φία: Χαραλαμπίδης, Κ., “Μηνολογικὲς παραστάσεις τοῦ μαρτυρίου τοῦ ἁγίου ᾿Αλεξάν­δρου Θεσσαλονίκης”, Θεσσαλονίκη. ᾿Επιστημονικὴ ᾿Επετηρὶς ῾Ιστορίας τοῦ Δήμου Θεσσαλονίκης 3 (1992) 3-41. ῾Η ᾿Ακο­λουθία: Tomadakis, E., Analecta Hymnica Graeca τ. 7 (Canones Mar­tii), Roma 1971, σσ. 158-167, 377-379.
Γ.Τ.

...επιστροφή
Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης Κοινωνία της Πληροφορίας