Ιερά Μητρόπολη Θεσσαλονίκης
Αρχική Σελίδα Επικοινωνία Χρήσιμες Συνδέσεις Χάρτης Πλοήγησης Γλωσσάριο
 website clocks
αναζήτηση    

ΑΚΑΚΙΟΣ

ΑΚΑΚΙΟΣ, ὁσιομάρτυς († 1.5.1816)

1 Μαΐου



῾Ο ὁσιομάρτυς ᾿Ακάκιος ἀνήκει σὲ μιὰ ὁμάδα νεο­μαρ­τύρων, οἱ ὁποῖοι ἂν καὶ εἶχαν ἐξομώσει σὲ νεαρὴ ἡλι­κία καὶ εἶχαν καταστεῖ ἀρνησί­χριστοι, ἀργότερα συνειδητο­ποίησαν τὸ βαρὺ ἁμάρτημά τους, μετανόησαν καὶ κατέφυ­γαν στὸ ῞Αγιο ῎Ορος μὲ σκοπὸ τὴν προετοιμασία τους γιὰ τὸ ἑκούσιο μαρ­τύριο, μὲ τὸ ὁποῖο θὰ ἐπιβεβαίωναν καὶ ἔμ­πρακτα τὴν ἐπι­στροφή τους στὴν ὀρθόδοξη πίστη.

῾Ο ᾿Αθανάσιος, αὐτὸ ἦταν τὸ κοσμικὸ ὄνομα τοῦ ᾿Ακα­κίου, καταγόταν ἀπὸ τὸ Νεοχώρι -σημερινὸ ᾿Ασβεστο­χώρι- Θεσσαλονίκης. Οἱ γονεῖς του εἶχαν ἀναγκασθεῖ γιὰ βιοπορι­στικοὺς λόγους νὰ μετακομίσουν στὶς Σέρρες, ὅπου παρέδω­σαν τὸν ἐννεάχρονο ᾿Αθανάσιο σὲ κάποιον ὑποδη­ματοποιὸ γιὰ νὰ τοῦ διδάξει τὴν τέχνη του. ῞Ομως ἡ σκληρὴ συμπερι­φορά του καὶ ἡ κακομεταχείριση ἐξώθησαν τὸν ᾿Αθανάσιο στὴν ἐξόμωση γιὰ νὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὰ βάσανα. Στὴν πρά­ξη του αὐτὴ τὸν προέτρεψαν καὶ δύο ὀθωμανές, οἱ ὁποῖες παρακο­λουθοῦσαν τὴν ἀπάνθρωπη συμπεριφορὰ τοῦ ἀφεντι­κοῦ του, καὶ ὑποσχόμενες μιὰ καλύτερη ζωὴ στὸν μικρὸ ᾿Α­θα­νάσιο τὸν ἔπεισαν τὴν ἡμέρα τῆς Μ. Παρασκευῆς νὰ ἀλ­λαξοπιστήσει. Μωαμεθανὸς πλέον ὁ ᾿Αθανάσιος, υἱοθετή­θηκε ἀπὸ τὸν Τοῦρ­κο ἡγεμόνα τῆς περιοχῆς ᾿Ισοὺφ Μπέη, στὸ σπί­τι τοῦ ὁποίου παρέμεινε ἐπὶ ἐννέα χρόνια. Σὲ ἡλικία δεκα­­οκτὼ ἐτῶν ὁ ᾿Αθανάσιος δέχθηκε τὴν πονηρὴ ἐπίθεση τῆς μητριᾆς του, ἡ ὁποία καθὼς ἔβλεπε τὸν μικρὸ ᾿Αθανάσιο νὰ μεγαλώνει καὶ νὰ ἀνδρώνεται τὸν ἐρωτεύθηκε. ᾿Επειδὴ ὅμως αὐτὸς δὲν ὑπο­χώρησε καὶ δὲν ὑπέκυψε στὸ πάθος τῆς μη­τριᾆς του συ­κο­φαντήθηκε ἀπ᾿ αὐτὴν στὸ θετὸ πατέρα του, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἐκδιωχθεῖ ἀπὸ αὐτόν. ᾿Εκμεταλλευόμενος αὐτὴν τὴν εὐκαι­ρία κατέφυγε στὴ Θεσσαλονίκη κοντὰ στοὺς γονεῖς του, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἐγκαταλείψει τὶς Σέρρες μόλις πλη­ρο­φορήθηκαν τὴν ἐξόμωσή του. Στὸ πατρικό του σπίτι δὲν παρέμεινε γιὰ μεγάλο χρονικὸ διάστημα, φοβούμενος μήπως καταστεῖ γνωστὸ στὴ Θεσσαλονίκη τὸ γεγονὸς τῆς ἀρ­νήσε­ώς του καὶ τῆς προσ­χωρήσεώς του στὸ μωαμεθα­νι­σμὸ καὶ γίνει κατ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο ἡ αἰτία νὰ τιμωρηθοῦν καὶ οἱ γονεῖς του καὶ αὐτός. Γι᾿ αὐτό, ἀκολουθώντας τὶς συμ­βουλὲς τῶν γονέων του μετέβηκε στὸ ῞Αγιο ῎Ορος, ὅπου, ἀφοῦ περιπλανήθηκε σὲ ἀρκετὲς μο­νές, κατέληξε τελικὰ στὴ σκή­τη τοῦ Τιμίου Προδρόμου, στὴ συνοδεία τοῦ γέροντος Νι­κηφόρου, ὁ ὁποῖος τὸν παρέδωσε ὡς ὑποτακτικὸ στὸ γέ­ρον­τα ᾿Ακάκιο γιὰ νὰ τὸν προετοι­μάσει γιὰ τὸ μαρτύριο, ὅπως εἶχε κάνει καὶ προηγουμένως μὲ τοὺς ὁσιομάρτυρες Εὐθύμιο καὶ ᾿Ιγνάτιο. Μετὰ ἀπὸ ἕνα διά­στημα ἔντονης ἀσκήσεως, ὁ ᾿Αθανάσιος, ὁ ὁποῖος στὸ μεταξὺ διάστημα ἐκάρη μοναχὸς καὶ μετονομάσθηκε ᾿Ακάκιος, ἔχον­τας τὶς εὐλογίες τῶν λοι­πῶν γερόντων ξεκίνησε συνοδευόμενος ἀπὸ τὸν μοναχὸ Γρη­­γόριο, ὁ ὁποῖος εἶχε συνοδεύσει ἐνωρί­τερα καὶ τοὺς δύο παρα­πάνω ὁσιομάρτυρες, γιὰ τὴν Κων­σταντι­νούπολη στὶς 10 ᾿Α­πριλίου. ῾Ο πλοίαρχος, ἄνθρωπος εὐλα­βής, ὅταν ἔμαθε τὸ σκοπὸ τοῦ ταξιδιοῦ τοῦ ᾿Ακακίου ὑπο­σχέθηκε στὸν Γρηγό­ριο νὰ μεριμνήσει γιὰ τὴν ἐξαγορὰ τοῦ λειψάνου του μετὰ τὸ μαρτυρικό του τέλος καὶ νὰ τὸ ἐπανακομίσει ὁ ἴδιος στὸ ῞Αγιο ῎Ορος. ῞Υστερα ἀπὸ δεκατρεῖς ἡμέρες ἔφθασαν αἰσίως στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου φιλοξε­νήθηκαν ἀπὸ κάποιον παντοπώλη, γνώριμο τοῦ Γρη­γορίου. Τὸ Σάββατο 29 ᾿Απρι­λίου ὁ ᾿Ακάκιος, ἀφοῦ προ­ετοιμάστηκε κατάλληλα λαμβάνον­τας τὰ ῎Αχραντα μυστήρια, ντύθηκε μὲ ροῦχα τουρ­κικὰ καὶ μὲ τὴν καθοδήγηση τοῦ ἀδελφοῦ τοῦ καπετάνιου ἔφθασε στὸ κριτήριο, ὅπου ὁμολόγησε ἐνώπιον ὅλων τῶν παριστα­μένων τὴν ἐπάνοδό του στὴν πρώτη του πίστη. ᾿Εξ­αιτίας αὐτῆς του τῆς ὁμολογίας κλεί­σθηκε στὴ φυλακήÿ καθ᾿ ὅλη δὲ τὴ διάρ­κεια τῆς φυλα­κίσεώς του προσπάθησαν ἐπανει­λημμένα εἴτε μὲ κολακεῖες καὶ ὑποσχέσεις, εἴτε μὲ βασανι­στήρια καὶ ἐκφο­βισμοὺς νὰ τὸν μεταπείσουν. ῞Ολα αὐτὰ ὅμως δὲν κατά­φεραν νὰ τὸν κλονίσουνÿ ἰδιαίτερα μάλιστα ἐνισχύθηκε καὶ προετοι­μά­σθηκε γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσει τὸ μαρτύριο ὅταν ἔ­λαβε τὴ θεία Κοινωνία ποὺ τοῦ μετέφερε κρυφὰ στὴ φυλα­κὴ ὁ ἀ­δελφὸς τοῦ καπετάνιου. Οἱ Τοῦρκοι προύχοντες βλέ­πον­τας τὸ σταθερὸ φρόνημα τοῦ ᾿Ακακίου κατάλαβαν πὼς μάταια κοπιάζουν, γι᾿ αὐτὸ καὶ ἀποφάσισαν τὴ θανάτω­σή του. ῎Ετσι, τὴν 1 Μαΐου, ἡμέρα Δευτέρα καὶ žρα πέμπτη “εἰς τόπον καλούμενον Δακτυλόπορταν” ὁ ᾿Ακάκιος παρέ­δωσε διὰ τοῦ ξίφους τὸ πνεῦμα του. Τὴν τρίτη ἡμέρα, σύμ­φωνα μὲ τὴν ἐπικρατοῦσα συνήθεια, ὁ Γρηγόριος ἐξαγόρασε τὸ λείψα­νο τοῦ μάρτυρος μὲ χρήματα ποὺ συγκέντρωσε ἀπὸ τοὺς παν­τοπῶλες τοῦ Γαλατᾆ καὶ τὸ μετέφερε στὴ νῆσο Πρίγκηπο, ὅπου ἐπιβιβάστηκαν στὸ πλοῖο μὲ τὸ ὁποῖο εἶ­χαν ἔρθει στὴν Κωνσταντινούπολη, μὲ προορισμὸ τὸ ῞Αγιο ῎Ορος. Στὶς 9 Μαΐου ἀποβιβάστηκαν στὸ λιμενίσκο τῆς μο­νῆς ᾿Ιβήρων καὶ ἀπὸ ἐκεῖ μετέφεραν τὸ λείψανο στὴν Κα­λύ­βη τοῦ ἁγ. Νικο­λάου, ὅπου τὸ ἐντα­φίασαν στὸ παρεκκλήσιο τῶν ὁσιο­μαρτύρων Εὐθυμίου καὶ ᾿Ιγνατίου μπροστὰ στὴν εἰ­κό­να τῆς Παναγίας, σύμφωνα μὲ τὴν ἐπιθυμία τοῦ ὁσιο­μάρ­τυρος.

῾Η μνήμη τοῦ ὁσιομάρτυρος ᾿Ακακίου τιμᾆται τὴν 1η Μαΐου, ἡμέρα τοῦ μαρτυρίου του. Αὐτὴ τὴν ἡμέρα ὅμως ἐπιτελεῖται καὶ ἡ κοινὴ μνήμη τῶν τριῶν ὁσιομαρτύρων Εὐ­θυ­μίου τοῦ ἐκ Δημητσάνης, ᾿Ιγνατίου τοῦ ἐκ Παλαιᾆς Ζα­γορᾆς καὶ τοῦ ᾿Ακακίου. ῾Ο καθορισμὸς κοινῆς μνήμης τῶν τριῶν ὁσιομαρτύρων δικαιολογεῖται ὡς ἑξῆςÿ καὶ οἱ τρεῖς προῆλθαν ἀπὸ τὴ σκήτη τοῦ Τιμίου Προδρόμου τῆς μονῆς ᾿Ιβήρων, ἦταν πνευματικὰ τέκνα τοῦ πατρὸς Νικηφόρου τοῦ Προδρομίτη καὶ ὑποτακτικοὶ τοῦ ἴδιου γέροντα, τοῦ ᾿Ακακί­ου, καὶ τέλος μαρτύρησαν μὲ διαφορὰ πολὺ μικροῦ χρονι­κοῦ διαστήματος μεταξύ τους. ᾿Επίσης τὰ λείψανα καὶ τῶν τριῶν βρίσκονται θησαυρισμένα στὸ παρεκκλήσιο ποὺ τιμᾆ­ται στὸ ὄνομά τους, στὴν Καλύβη τοῦ ἁγίου Νικο­λάου στὸ ῞Αγιο ῎Ορος. Τὰ Μαρ­τύρια καὶ τῶν τριῶν, τῶν ὁποίων τὸ κεί­μενο εἶναι ἐξαιρετικὰ ἐπιμελημένο χωρὶς ὅμως νὰ εἶναι καὶ ἐξεζητημένο, συνέταξε ὁ λόγιος μοναχὸς ᾿Ονούφριος ὁ ᾿Ιβηρίτης. ῾Ο ἴδιος μοναχὸς συν­έθεσε καὶ ᾿Ακολουθία πρὸς τιμήν τουςÿ τὰ κείμενα αὐτὰ ἐκδό­θηκαν τὸ 1862 στὴν ᾿Αθή­να ἀπὸ τὸν ᾿Ακάκιο τὸν Προδρο­μίτη. Τρεῖς Κανόνες ποὺ συν­έθεσε πρὸς τιμήν τους ὁ γνωστὸς ἁγιορείτης ὑμνογράφος τοῦ περασμένου αἰώνα, μοναχὸς ᾿Ιάκωβος ὁ Νεασκητιώτης, σώ­ζον­ται στὸν ὑπ᾿ ἀριθμ. 139 κώ­δικα τοῦ Κυριακοῦ τῆς Σκή­της τῶν Καυσοκαλυβίων, ἐνῶ τὸ ἰδιαίτερο μαρτύριο τοῦ ὁσιο­­μάρτυρος ᾿Ακακίου συν­έγραψε ὁ μητροπολίτης Καισαρείας Μελέτιος.

Τέλος, ὁ ᾿Ακάκιος ὁ Προδρομίτης δημοσίευσε μία ἐπι­στολὴ τοῦ ᾿Ακακίου μαζὶ μὲ ἄλλα πέντε γράμματα τοῦ Εὐ­θυ­μίου τοῦ ᾿Ιβηροσκητιώτη, καθὼς καὶ ἕνα πιστοποιη­τικὸ τοῦ ἐπισκόπου ᾿Αργυρουπόλεως Γρηγορίου πρὸς τὸν συνοδί­τη Γρηγόριο, ὅπου τοῦ ἔδινε τὴν ἄδεια γιὰ τὴν ἀνακομιδὴ τοῦ λειψάνου τοῦ ὁσιομάρτυρος Εὐθυμίου. Τὰ ἔγγραφα αὐτὰ βρί­σκονται ἐντὸς εἰδικῆς θήκης στὸ ᾿Αρχεῖο τῆς μονῆς ᾿Ιβή­ρωνÿ δυστυχῶς ὅμως δὲν σώζεται τὸ πρωτό­τυπο τῆς ἐπι­στο­λῆς τοῦ ᾿Ακακίου στὸ ᾿Αρχεῖο τῆς Μονῆς, ἀλλὰ κάποιο ἀντί­γραφό του. ῞Οτι πρόκειται περὶ ἀντι­γράφου, διαπιστώνεται εὔκολα ἀπὸ τὴν ἀντιπαραβολὴ τοῦ κειμένου τῆς ἐπιστολῆς τοῦ ᾿Αρχείου καὶ τοῦ κειμένου ποὺ δημοσιεύθηκε ἀπὸ τὸν ᾿Ακάκιο τὸν Προδρομίτη, τὸ ὁποῖο εἶναι πλῆρες ἐνῶ ἀπὸ τὸ πρῶτο ἀπου­σιάζει κάποια παρά­γραφος. Τὴν ἐπιστολὴ αὐτὴ παραθέτουμε στὸ τέλος ὁλο­κληρωμένη θέτοντας μέσα σὲ ἀγ­κύλες τὸ κεί­μενο ποὺ ἀπουσιάζει στὸ ἀντίγραφο τοῦ ᾿Αρχεί­ου. ῾Η ἐπι­στολὴ αὐτή, πού γράφηκε λίγο πρὶν ἀπὸ τὸ μαρ­τύριό του, ἀπευθύνεται στὸ γέροντά του Νικηφόρο καὶ ἔχει ὡς θέμα της τὴν ἐνημέρωσή του περὶ τῆς ἀφίξεώς τους στὴν Κωνσταν­τι­νούπολη. Στὴ συνέχεια ὁ ᾿Ακάκιος ζητᾆ τὶς προ­σ­ευχὲς τοῦ γέροντά του καθὼς καὶ τῶν λοιπῶν ἀδελφῶν γιὰ τὴν εὐόδω­ση τοῦ σκοποῦ του καὶ τέλος ἀπευθύνει τοὺς χαι­ρε­τισμούς του πρὸς ὅλους.

῞Ενα πρόβλημα ποὺ δημιουργήθηκε ἐξαιτίας τῆς ἐπι­στολῆς σχετίζεται μὲ τὸ χρόνο τοῦ μαρτυ­ρίου τοῦ ᾿Ακακίου, καθὼς σ᾿ ὅλα τὰ συναξάρια μνημονεύ­εται ὡς χρόνος ἀθλή­σε­ώς του τὸ ἔτος 1815 πλὴν τῆς ἐπι­στολῆς ποὺ μνημονεύει τὸ ἔτος 1816, τὸ ὁποῖο πρέπει νὰ θεωρηθεῖ καὶ τὸ ἀκρι­βέ­στε­ρο. Καὶ αὐτὸ γιατὶ σύμφωνα μὲ τὴν πληροφορία ποὺ ἀν­τλοῦ­με ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν ἐπιστολή, “Αὔριον λοιπὸν Παρα­σκευῇ, 28ῃ ᾿Απριλίου”, πρέπει νὰ ἀνα­φέρεται στὸ ἔτος 1816 ἐφ᾿ ὅσον ἡ 28η ᾿Απριλίου συνέπιπτε μὲ τὴν ἡμέρα Παρασκευὴ κατὰ τὸ ἔτος αὐτό.



᾿Επιστολὴ τοῦ ὁσιομάρτυρος ᾿Ακακίου



Πανοσιώτατέ μοι καὶ πνευματικέ μου πάτερ δου­λικῶς σοῦ προσκυνῶ καὶ τὴν ἁγίαν δεξιάν σου ἀσπά­ζομαι.

Τὸ παρόν μου ταπεινὸν γράμμα δὲν εἶν᾿ εἰς ἄλλο τι εἰ μὴ εἰς τὸ νὰ ζητήσω τὴν εὐχήν σας καὶ διὰ νὰ μάθετε καὶ τὸ καλό μας κατευώδιο μὲ τὴν χάριν τοῦ ἁ­γί­ου Θεοῦ καὶ μὲ τὶς ἐδικές σας ἁγίες εὐχές. Κατευ­ω­δωθήκαμεν εἰς τὴν βασιλεύουσαν τῇ 24ῃ τοῦ ᾿Απρι­λί­ου μηνὸς [καὶ ἐμπήκαμεν μαζὶ μὲ τὸν γέροντά μου εἰς τὰ ἐργαστήρια τὰ χαβιαρτζίδικα, ὅπου καὶ ἄλλην φορὰν ἐμπῆκεν ὁ γέροντάς μου], καὶ ἐλπίζω μὲ τὴν χάριν τοῦ ἁγίου Θεοῦ καὶ τῆς Κυρίας μου βασίλισσας καὶ μὲ τὶς ἐδικές σου θερμὲς δεήσεις πρὸς τὸν Κύριον καὶ τῶν συναδέλφων μου νὰ λάβη τέλος κι ἡ ὑπόθεσίς μας.

Τοὺς συναδέλφους μου πολὺ τοὺς παρακαλῶ καὶ τοὺς χαιρετῶ, νὰ μὴ μὲ λησμονήσουνÿ καὶ ἀκούγοντας τὸ μακάριόν μου τέλος νὰ εὐχαριστήσετε τὸν Κύριον ἡμῶν ᾿Ιησοῦν Χριστὸν καὶ τὴν Κυρίαν μου Βασί­λισ­σαν καὶ νὰ δοξολογήσετε καὶ νὰ καταλύσετε ὅλη τὴν ἑβδο­μάδα ἐν χαρᾷ καὶ ἀγαλλιάσει ψυχῆς. Διὰ τοὺς κόπους ποὺ ἐδοκιμάσατε δι᾿ ἐμὲ μέχρι σήμερα ἐγὼ δὲν εἶμαι ἱκανὸς νὰ σᾆς εὐχαριστήσω, μόνον ὁ ἐπουράνιος βασι­λεύς μου νὰ σᾆς ἀντιβραβεύση ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐ­ρανῶν καὶ νὰ μᾆς ἀξιώση ὁ Κύριος νὰ συγκατοι­κή­σουμε ὁμοῦ. Καὶ ὅσοι ἀκόμη συνέδρα­μαν καὶ βοήθη­σαν εἰς αὐτὸ τὸ ἔργο ἂς λάβουν τὸ μισθό τους ἀπὸ τὸν ἐπουράνιο βασιλέα μου.

᾿Ακόμη ὅλους τοὺς ἁγίους πατέρας τῆς ἱερᾆς σκή­­τεώς μας εὐλαβῶς τοὺς προσκυνῶ, τὸν διδάσκαλό μου, τὸν γέροντα ᾿Ονούφριον τὸν ἀσπάζομαι, καὶ τοὺς συν­αδέλ­φους μου γέροντες, ᾿Ακάκιον, ᾿Ιάκωβον καὶ Καλ­λί­νικον. Χαιρετίσματα καὶ εἰς τὸν διδάσκαλον Γαβρι­ήλ. [Προσκυνήματα καὶ εἰς τὸν παπᾆ ᾿Αγαθάγ­γελον, ἀσπάζομαι τὴν δεξιάν του. Τὸν παπᾆ Δοσί­θεον μετὰ τοῦ γέροντός του καὶ τῆς συνοδίας του προσκυνῶ, ὡς καὶ τὸν γείτονά μας τὸν Νεόφυτον μὲ τὴν συνοδίαν του. ᾿Ασπάζομαι ὁμοίως καὶ τὸν γέρον­τα Μιχαὴλ μὲ τὴν συνοδίαν του]. Ταῦτα γράφω ἐν συντομίᾳ γέροντά μου καὶ πνευματικέ μου. Αὔριο λοιπὸν Παρασκευὴ 28 ᾿Απριλίου μέλλω νὰ κινήσω εἰς τὸν δρόμον τῆς ἀθλή­σεως καὶ εἴθε οἱ ἅγιες εὐχές σας νὰ μὲ βοηθήσουν. ᾿Αμήν.



ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: ᾿Ακολουθίαι καὶ Μαρτύρια τῶν... ὑπὸ ᾿Ονου­φρίου τοῦ ᾿Ιβηρίτου..., ἐκδίδονται δὲ ὑπὸ ᾿Ακακίου μοναχοῦ Προδρο­μίτου, ἐν ᾿Αθήναις 1862. Σκήτη Καυσοκαλυβίων, κωδ. 139, σσ. 105-133, Κανόνες τρεῖς εἰς τοὺς ὁσιομάρτυρες ὑπὸ μον. ᾿Ιακώβου. ᾿Ανα­στασίου, ᾿Ιω., “Οἱ νεομάρτυρες τῆς Θεσσα­λονίκης”, ῾Η Θεσσαλονίκη 1 (1985) 490. ΘΗΕ 1 (1962) 1175-1176. Λαγγῆς, Ματθ., ῾Ο Μέγας Συν­­αξαριστὴς τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας, τ. Ε¢ (Μάϊος), ᾿Αθῆναι 1980, σσ. 37-55. Μ. Εὐχολόγιο, ᾿Αθῆναι 1962, σ. 454. Meinardus, Otto, The Saints of Greece, Athens 1970, σ. 8. Νικόδημος ῾Αγιορεί­της, Συν­αξαριστής, τ. Γ¢, σσ. 4-5. Περαντώνης, ᾿Ιω., Λεξικὸν τῶν Νεομαρτύ­ρων, ᾿Αθῆναι 1972, τ. Α¢, σσ. 55-56. Petit, L., Biblio­graphie des Aco­lou­thies grècques, Bruxelles 1926, σ. 83. Στογιόγλου, Γ., “῾Αγιο­ρεῖ­τες Νεομάρτυρες”, Πρακτικὰ Θεολογικοῦ Συνεδρίου εἰς τιμὴν καὶ μνήμην τῶν Νεομαρτύρων, Θεσσαλονίκη 1988. Τσάμης, Δ., “῾Η θελημα­τικὴ προσέλευση στὸ μαρτύριο ἁγιορειτῶν νεομαρτύρων”, Πρακτικὰ Θεο­λο­γικοῦ Συνεδρίου εἰς τιμὴν καὶ μνήμην τῶν Νεομαρ­τύρων, Θεσσα­λο­νίκη 1988, σσ. 348-349. Χρυσοστόμου, Γ., “Οἱ ἅγιοι τῆς Θεσσαλο­νί­κης”, στὸ Χαριστήριον τῷ Παναγιωτάτῳ Μητρο­πολίτῃ Θεσσαλονίκης κ.κ. Παν­τελεήμονι τῷ δευτέρῳ ἐπὶ τῇ συμπλη­ρώσει εἰκοσαετοῦς ἐν Θεσσαλονίκῃ ποιμαντορίας (1974-1994), Θεσ­σαλονίκη 1994, σ. 910.
Μ.Β.

...επιστροφή
Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης Κοινωνία της Πληροφορίας